Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010

ΜΠΟΥΡΤΖΙ ΝΑΥΠΛΙΟΥ







Ένα μικρό κάστρο στην αγκαλιά του Ναυπλίου. Σήμα και σύμβολο του.
Στα χρόνια της Ενετοκρατίας (1389-1540) και μάλιστα το 1473 ο μηχανικός Antonio Gambello έλαβε εντολή από τον Προβλεπτή της πόλης Pasqualigo, να οχυρώσει το νησί. Στον πύργο που έκτισαν τοποθέτησαν πυροβόλα.
Η πόλη αρματώθηκε καλά. Τα πυροβόλα του νησιού και τα κανόνια της περιοχής «πέντε αδέλφια» διασφάλιζαν την πόλη από επιδρομές ή επιθέσεις από την μεριά της θάλασσας.
Το νησί πήρε το όνομα Μπούρτζι. Πρόκειται μάλλον για Τουρκοαραβική λέξη που σημαίνει φρούριο, κάστρο. Οχυρωματικά έργα έγιναν και κατά την περίοδο της δεύτερης Ενετικής κυριαρχίας. Ορθώθηκε πύργος με περίβολο και προμαχώνες.
Ο Μοροζίνης, αφού κατέσφαξε τους Τούρκους υπερασπιστές του, το κατέλαβε και πάλι το 1686. Το νησάκι το αποκαλούσαν και Castello dello soglio και το λιμάνι Porto Cadena, λιμάνι της αλυσίδας.
Μια βαριά αλυσίδα απλωνόταν την νύχτα από το Μπούρτζι μέχρι την στεριά και έκλεινε με ασφάλεια την θαλασσινή είσοδο στο Ναύπλιο.
Αργότερα, στα χρόνια της ελληνικής εξέγερσης συνηθιζόταν να το λένε Καστέλλι ή θαλασσόπυργο.
Μετά από δύο πολιορκίες, την πρώτη υπό την καθοδήγηση και το σχέδιο του Γάλλου Φιλέλληνα Βουτιέ, παραδόθηκε τελικά στους Έλληνες στις 18/6/1822.
Το Μπούρτζι, διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο κατά την πολιορκία του Ναυπλίου, γιατί οι Έλληνες χτυπούσαν με τα πυροβόλα του τα κάστρα του Παλαμηδιού και της Ακροναυπλίας, της γνωστής τότε ως Ιτς – καλέ.
Εκεί, κατέφυγε και η Ελληνική Κυβέρνηση δύο φορές το 1826, λόγω των γεγονότων εκείνης της χρονιάς.
Ως Φρούριο λειτούργησε μέχρι το 1865. Μετά, έγινε η κατοικία των δημίων της γκιλοτίνας, γιατί ο λαός του Ναυπλίου δεν επιθυμούσε την συνύπαρξη μαζί τους, αλλά και διότι οι δήμιοι κατά κανόνα ήταν κατάδικοι.
Το κάστρο προστάτευαν 4 στρατιώτες και ένας επικεφαλής Υπαξιωματικός.
Η καρμανιόλα στηνόταν κάθε φορά που υπήρχε τέτοια ανάγκη στο περίφημο Αλωνάκι, νότια των φυλακών του Παλαμηδιού και κοντά στον Άγιο Ανδρέα.
Όταν ήρθε η καρμανιόλα από την Μασσαλία, όπου κατασκευάστηκε, την συνόδευε ένας δήμιος.
Έφυγε όμως πολύ γρήγορα για την πατρίδα του γιατί οι πολίτες του Ναυπλίου τον αντιμετώπιζαν με μίσος και ιδιαιτέρως προσβλητική συμπεριφορά.
Άρχιζαν οι άγριες μέρες των καρατομήσεων.
Το Παλαμήδι, το Ιτς-καλέ και το Μπούρτζι, θα γίνουν σημείο αναφοράς δυστυχίας και πόνου για εκείνους που ο Νόμος έπεφτε βαρύς.
Το 1950 το Μπούρτζι πρώτο λειτούργησε ως Ξενοδοχείο.
Φιλοξένησε σπουδαίες και διάσημες προσωπικότητες.
Κατόπιν, μεταβλήθηκε σε ωραιότατο εστιατόριο και αργότερα σε καφετέρια.
Σήμερα, ο χώρος είναι επισκέψιμος με βαρκάκια που ξεκινούν από την παραλία του Ναυπλίου, ενώ το καλοκαίρι οργανώνονται καλλιτεχνικές ή άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Ναυπλίου.
Αν θέλει κάποιος να επισκεφθεί το μπούρτζι είναι ότι καλύτερο έχει να κάνει, το βαρκάκι από το Ναύπλιο κάνει το πολύ τρία λεπτά για να φτάσει και σε αφήνει να επισκεφθείς τον χώρο για μίση ώρα, μην σας φαίνεται λίγο, σε μισή ώρα το έχετε γυρίσει όλο και απολαμβάνετε την θέα που σας δίνει.
Είναι ένα μικρό κάστρο, άλλα η κατάσταση του είναι πάρα πολύ καλή.
Επισκεφθείτε το και δεν θα χάσετε.


ΓΝΩΣΤΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΣΤΟ ΜΠΟΥΡΤΖΙ


Γνωστοί δήμιοι στο Μπούρτζι ήταν ο Ποριώτης Σοφράς, ο Κρητικός Αμοιραδάκης και ο Αργίτης Μπεκιάρης. Η αμοιβή τους ήταν 300 δραχμές το μήνα και 100 δραχμές για κάθε καρατόμηση.
Τα λεφτά των δημίων θεωρούνταν ματωμένα, Γι αυτό και η μάννα του Μπεκιάρη, μολονότι πάμπτωχη ξενοδούλευε για να ζήσει και ποτέ δεν δέχτηκε βοήθεια από τον γιο της.
Τα περισσότερα χρήματα διέθεταν οι δήμιοι για το φαγητό τους και τις μικροανάγκες τους, γιατί έπρεπε ότι χρειαζόντουσαν να τους το προμηθεύσει ο βαρκάρης της φρουράς, ο οποίος ήταν έμπιστος και μόνον αυτός είχε το δικαίωμα να μεταφέρει τα χρειώδη, χρεώνοντας τα κάθε φορά κατά την βούλησή του.
Με γκιλοτίνα εκτελέστηκε και ο δολοφόνος του Πρωθυπουργού Θεόδωρου Δηλιγιάννη, ο Κώστας Γερακάρης, το 1906.
Οι τελευταίοι δήμιοι στο Ναύπλιο, ήταν ο Ιωάννης Ζήσης από την Εύβοια και ο Κυριάκος Σωτηρόπουλος από την Μαντινεία.
Τέλος, ο Αθανάσιος Αλεβιζόπουλος από την Μεσσηνία ήταν ίσως ο μοναδικός δήμιος που ήταν λιγότερο μισητός από τους Ναυπλιώτες και μάλιστα τον ανάγκασαν να βγάλει την φουστανέλα του και να ντυθεί φράγκικα.
Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας, σε ένα αφήγημα του, το 1892 περιγράφει το Μπούρτζι σαν τη «χιλιόκαλλη σπηλιά», που έκρυβε τους τρεις δράκους, τους τρεις δήμιους.
Τον Σοφρά, τον Αμοιραδάκη και τον Μπεκιάρη.
Ο Καρκαβίτσας υπηρέτησε ως στρατιωτικός γιατρός στο Ναύπλιο, και είχε την δυνατότητα να επικοινωνήσει με τους δήμιους, τους οποίους είχε επισκεφτεί στον χώρο τους.



Γεώργιος Λαμπής – Ναύπλιο, Μπούρτζι, Ιούλιος 2009.






ΚΑΣΤΡΟ ΜΕΝΔΕΝΙΤΣΑΣ



Το Κάστρο της Μενδενίτσας ή Βοδονίτσας βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του όρους Καλλίδρομο, στην κορυφή ενός λόφου που δεσπόζει στο στρατηγικής σημασίας πέρασμα της "Κλεισούρας", η οποία συνδέει τις Θερμοπύλες με την Αμφίκλεια. Λόγω της πανοραμικής του θέας, το ύψωμα επιτρέπει τον έλεγχο του Μαλιακού και του βορείου Ευβοϊκού κόλπου.
Το Κάστρο της Μενδενίτσας ανεγέρθηκε κατά την ίδρυση της Μαρκιωνίας της Βοδονίτσας από τον Λομβαρδό ιππότη Guido Pallavicini στα 1204.
Θεμελιώθηκε πάνω στα ερείπια του εξωτερικού οχυρωματικού περιβόλου της αρχαίας πόλης των Αυγειών ή Φορυγών που διαδέχτηκε την ομηρική Τάρφη.
Εντάσσεται σε μια σειρά οχυρωματικών έργων που κατασκεύασαν οι Φράγκοι στη Στερεά Ελλάδα με σκοπό την παρεμπόδιση της επέκτασης του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Το κάστρο κατελήφθη από τους Τούρκους το 1414.
Το κάστρο αποτελείται από δυο σχεδόν ομόκεντρους περιβόλους και έναν προμαχώνα.
Ο εξωτερικός περίβολος, πάχους 1,40 - 2,00 μ., που έχει καταρρεύσει κατά το μεγαλύτερο τμήμα του, εδράζεται στα ερείπια των τειχών της αρχαίας πόλης των Φαρυγών ή της Τάρφης και ενισχύεται με τετράγωνους πύργους. Η πύλη βρισκόταν πιθανότατα στη νότια πλευρά.
Ο προμαχώνας βρίσκεται ανάμεσα στους δυο περιβόλους και κτίστηκε για να ενισχύσει το νότιο τμήμα του εσωτερικού περιβόλου.
Στο δυτικό του άκρο υπάρχει τραπεζιόσχημο κτίσμα, πιθανόν δεξαμενή.
Ο εσωτερικός περίβολος, που καταλαμβάνει τη θέση της ακρόπολης της αρχαίας πόλης, διαιρείται σε δυο τμήματα με έναν διαχωριστικό τοίχο που ενισχύεται με πύργο.
Το εξωτερικό τμήμα αυτού του περιβόλου διατηρείται μόλις μέχρι την επιφάνεια του εδάφους. Η πρόσβαση στο εσωτερικό τμήμα του περιβόλου, που αποτελεί και το καλύτερα διατηρημένο τμήμα του κάστρου, γίνεται από μία πύλη που ανοίγεται στον διαχωριστικό τοίχο δυτικά του πύργου.
Το εσωτερικό αυτό τμήμα ενισχύεται από προμαχώνα στη βόρεια πλευρά και από τετράγωνο πύργο στη βορειοανατολική.
Στο εσωτερικό του υπάρχουν ερείπια κτηρίων και δεξαμενές.
Η τοιχοποιία του κάστρου αποτελείται από αμιγώς αρχαία τμήματα, καθώς και από τμήματα αργολιθοδομής με ενδιάμεσες πλίνθους και συνδετικό κονίαμα, ενίοτε με ενσωματωμένο αρχαίο υλικό σε δεύτερη χρήση.


Γεώργιος Λαμπής – Μενδενίτσα, Κάστρο, Ιούλιος 2010.



ΤΟ ΔΙΑΒΟΛΟΓΕΦΥΡΟ







Στην Τροιζήνα, κοντά στο χωριό Τροιζήνα υπάρχει ένα φαράγγι του οποίου οι δύο πλευρές ενώνονται με φυσικό γεφύρι, που δημιούργησε η διάβρωση των πετρωμάτων από το νερό και τον αέρα και Γι αυτό οι ντόπιοι το ονόμασαν Διαβολο γέφυρο. Το τοπίο είναι εκλεκτικά όμορφο, το φαράγγι είναι πολύ στενό και βαθύ και το νερό που τρέχει σχηματίζει ένα μικρό καταρράκτη.
Αυτό το φυσικό φαινόμενο είναι πολύ σπάνιο, δεδομένου ότι κάτι παρόμοιο υπάρχει μόνο στο Νομό Ιωαννίνων κοντά στο χωριό Λίθινο, εκεί όμως αντίθετα λέγεται Θεογέφυρο.
Οι πιο ψαγμένοι ταξιδιώτες γνωρίζουν το Διαβολογέφυρο, όμως σχεδόν όλοι αρκούνται να θαυμάζουν το πανέμορφο τοπίο από το τεχνητό γεφύρι που κατασκευάστηκε δίπλα στο φυσικό.
Ο θρύλος λοιπόν αναφέρει ότι επί Τουρκοκρατίας, ο πασάς της περιοχής διέταξε φημισμένο πρωτομάστορα να κατασκευάσει γέφυρα σε μια πολύ απόκρημνη τοποθεσία, στο μεγάλο ποτάμι του Δαμαλά, το Χρυσορρόα, αλλιώς θα τού παίρνε το κεφάλι.
Η δυσκολία βρισκόταν στο γεγονός ότι στο σημείο εκείνο οι δυο βράχοι που θα μπορούσε να στηριχτεί η γέφυρα, ήταν πολύ μακριά ο ένας από τον άλλο.
Ο γεφυροποιός προσπάθησε δυο φορές να στηρίξει την γέφυρα, αλλά δεν το κατόρθωσε.
Ενώ ετοιμαζόταν για την τρίτη προσπάθεια αν αποτύγχανε θα αποκεφαλιζόταν εμφανίστηκε ο Διάβολος, ο οποίος του υποσχέθηκε να τον βοηθήσει με αντάλλαγμα την ψυχή του.
Ο γεφυροποιός δέχτηκε, και τότε σε μια νύχτα, ο μαυροφόρος κατασκεύασε τη γέφυρα, αφού έφερε πιο κοντά τους βράχους.
Το ίδιο βράδυ δώρισε στον πρωτομάστορα ένα πιθάρι χρυσά φλουριά.
Ο γεφυροποιός έγινε πάμπλουτος, αλλά δεν πρόλαβε να χαρεί τα πλούτη του πέρα από έξη χρόνια.
Μια μέρα ενώ διέσχιζε τη γέφυρα, για να επισκεφθεί το σημείο που είχε κρυμμένο το θησαυρό του, σηκώθηκε άγριος άνεμος , τον πήρε και τον εξαφάνισε.
Την ίδια στιγμή κεραυνός έκαψε το σπίτι και την οικογένεια του κολασμένου.
Έτσι η γέφυρα αυτή ονομάστηκε «Διαβολογέφυρο».
Το περίεργο είναι ότι στους βράχους γύρω από τη γέφυρα, υπάρχουν βαθουλώματα σαν διχαλωτές πατημασιές κατσίκας, τέτοια πόδια έχει λένε και ο Διάβολος.
Το Διαβολογέφυρο είναι μια περιοχή με πλούσια βλάστηση και άγρια ομορφιά, αξίζει τον κόπο να πάει κανείς.
Προσοχή όμως στην κατάβαση μέχρι να φτάσετε στα τρεχούμενα νερά, η κατάβαση εκεί είναι λίγο επικίνδυνη.


Γεώργιος Λαμπής – Τροιζήνα, Διαβολογέφυρο, Αύγουστος 2004.


ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ – ΛΟΥΤΡΑ



Τα λουτρά Θερμοπυλών βρίσκονται στο 200ο χλμ. της νέας εθνικής οδού Αθηνών Θεσσαλονίκης και 15 χλμ. από την πόλη της Λαμίας.
Η περιοχή είναι γνωστή από τη μάχη των Θερμοπυλών μεταξύ Ελλήνων και Περσών το 480 π.Χ. Δίπλα στο δρόμο βρίσκεται το άγαλμα του Λεωνίδα και ο ιερός λόφος, όπου έπεσαν μαχόμενοι ο Λεωνίδας με τους 300 Σπαρτιάτες και τους 700 Θεσπιείς.
Κατά τη μυθολογία, ο Ήφαιστος, μετά από παράκληση της θεάς Αθηνάς, δημιούργησε τις πηγές για να πλένεται και να ανακτά τις δυνάμεις του ο Ηρακλής μετά τους άθλους του.
Η οργάνωση των πηγών άρχισε το 1935.


Γεώργιος Λαμπής – Θερμοπύλες, Λουτρά, Ιούνιος 2010.

ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ – ΟΧΥΡΩΜΕΝΟΣ ΛΟΦΟΣ ΚΟΛΩΝΟΥ


Οι Θερμοπύλες αποτελούν ένα στενό ανάμεσα στις νοτιοανατολικές υπώρειες του όρους Καλλίδρομου και του Μαλιακού κόλπου.
Η περιοχή ονομάστηκε έτσι από τις ιαματικές πηγές που υπήρχαν σε αυτή.
Ανατολικά της εισόδου στα 700 μ. υψώνεται λόφος, πάνω στον οποίο σώζονται λείψανα οχύρωσης.
Η οχύρωση αυτή εκτείνεται σε μήκος 100 μ., έχει οδοντωτή κάτοψη και πλαισιώνεται από δύο τετράγωνους πύργους.
Απέναντι από το σύγχρονο ανδριάντα του Λεωνίδα, βρίσκεται χαμηλός λόφος, που έχει ταυτιστεί με τον Κολωνό, όπου διεξήχθη η τελική φάση της μάχης των Θερμοπυλών.
Σήμερα την κορυφή του λόφου κοσμεί αναπαράσταση του επιγράμματος του Σιμωνίδη του Κείου.

ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙ ΤΟΝ ΑΝΔΡΙΑΝΤΑ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΑΣ ΡΙΞΕΙ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΜΙΚΡΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ.

Γεώργιος Λαμπής – Θερμοπύλες, Οχυρωμένος Λόφος Κολωνού, Ιούνιος 2010.

ΜΝΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ


Mνημείο που αναπαριστά πάνοπλο τον Λεωνίδα και στήθηκε απέναντι από τον ιστορικό λόφο του Κολωνού στη δεκαετία του 1950, με δαπάνες των ομογενών της Αμερικής, σε σχέδιο Β. Φαληρέως.
Το μνημείο ανεγέρθηκε σε ανάμνηση της μάχης των Θερμοπυλών,στην κεντρική πύλη του περάσματος, όπου διεξήχθη η τελική φάση της μάχης, όπως μαρτυρείται από την συσσώρευση σιδερένιων και χάλκινων λογχών του 5ου αιώνα π.X. στους πρόποδες του υψώματος.
Στο λόφο τοποθετήθηκε από τους Αμφικτίονες προς τιμή των πεσόντων λίθινο άγαλμα λεονταριού, το οποίο δε σώζεται σήμερα, με επίγραμμα του Σιμωνίδη.
Mικρής έκτασης ανασκαφική έρευνα στο λόφο του Κολωνού κατά το 1939, αποκάλυψε μικρά οχυρωματικά έργα διαφόρων περιόδων, τάφους ρωμαϊκής και βυζαντινής εποχής, και λείψανα βυζαντινών οικοδομημάτων.



Γεώργιος Λαμπής – Θερμοπύλες, Μνημείο του Λεωνίδα, Ιούνιος 2010.

Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010

ΤΟ ΝΕΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

1η πολιορκία της Κέρκυρας από τους Οθωμανούς:

Μετά την άλωση της Πόλης οι Οθωμανοί άρχισαν να επιτίθενται όλο και πιο συχνά προς τη δύση και ιδιαίτερα κατά των Ενετών. Καθώς λοιπόν η Κέρκυρα βρισκόταν υπό την προστασία των Ενετών, οι Οθωμανοί προσπάθησαν το 1537 Μ.Χ. να την καταλάβουν.
Αποβιβάστηκαν λοιπόν (λέγεται ότι ήταν περίπου 25000) στο νησί (Γουβιά/29/8/1537)και γρήγορα ήρθαν αντιμέτωποι με τη τοπική φρουρά (Ενετοί και Κερκυραίοι στρατιώτες, συνολικά 2000 περίπου) που ήταν κλεισμένοι στο παλιό Φρούριο.
Ευτυχώς όμως για το νησί ο συνδυασμός της έλλειψης τροφών και η επιδημία της πανώλης που τους επισκέφτηκε τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν το νησί στις 11 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.
Φεύγοντας όμως πήραν μαζί τους και πολλούς αιχμαλώτους (μερικοί τους υπολογίζουν σε 15000 - 20000) ενώ το νησί λεηλατήθηκε και οι καλλιέργειες κάηκαν.
Η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική.

Η ανάγκη δημιουργίας ενός νέου φρουρίου:

Μετά το τέλος της 1ης πολιορκίας της πόλης από τους Τούρκους, η απαίτηση του συνόλου των κατοίκων της πόλης αλλά και της υπαίθρου για τον εντοιχισμό όλης της πόλης ήταν πολύ έντονη.
Η Βενετία όφειλε να αντιπαραθέσει στον πολυάριθμο στρατό των Οθωμανών Τούρκων έναν στρατό στηριζόμενο στην τεχνική και στις ισχυρές οχυρώσεις, αφού οι δικοί της στρατιώτες θα ήταν πάντα λιγότεροι.
Αυτό αποδείχθηκε στην τουρκική πολιορκία της Κέρκυρας το 1537 πέρα για πέρα αληθινό.
Η τρομερή καταστροφή σε στρατό και άμαχο πληθυσμό, που υπέστη το νησί σ' αυτήν την πολιορκία, δεν άφηνε αμφι­βολίες για την αναγκαιότητα της εκτέλεσης των οχυρωματικών έργων που ζητούσαν οι Κερκυραίοι.

Τα σχέδια:

Ο γνωστός αρχιτέκτονας Ferrante Vitelli αναλαμβάνει τα σχέδια και την υλοποίηση της ιδέας. Τα σχέδια προέβλεπαν την κατεδάφιση των σπιτιών στις παρυφές του λόφου του Αγίου Μάρκου και την οχύρωση της ακρόπολής του με τη δημιουργία του Νέου Φρουρίου.
Ο ρόλος του Νέου Φρουρίου δεν περιοριζόταν στον έλεγχο των γύρω περιοχών, χερσαίων και θαλάσσιων, αλλά και στην προστασία των 24 συνοικιών της νέας πόλης με τους 8.000 και πλέον κατοίκους, που επιτέλους αποφασίστηκε να προστατευτούν με την κατασκευή περιμετρικού τείχους.

Η κατασκευή:

Όπως είπαμε μετά το τέλος της πρώτης πολιορκίας από τους Τούρκους το νησί και οι κάτοικοί του βρισκόταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού αφανίστηκε, ενώ όσο απέμεινε υποβλήθηκε σε μεγάλες θυσίες κατά τη διάρκεια της οχύρωσης της νέας πόλης και του Νέου Φρουρίου.
Τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή των οχυρώσεων προέρχονταν κυρίως από υποχρεωτικές κατεδαφίσεις οικιών.
Περίπου 2.000 οικίες κατεδαφίστηκαν μόνο μέσα στο Παλαιό Φρούριο, ενώ ένας μεγάλος αριθμός οικοδομημάτων κατεδαφίστηκαν και έξω από αυτό, για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες του τειχισμού και των κατασκευών του Νέου Φρουρίου.
Όλες αυτές οι κατεδαφίσεις και τα μεγάλα οχυρωματικά έργα, σε συνδυασμό με τη δυσβάστακτη φορολογία, ταλαιπώρησαν τους Κερκυραϊκούς ολόκληρο το 16ο αι.

Το νέο κέντρο και η νέα πόλη:

Η μεσαιωνική πόλη εγκαταλείπονταν από τους κατοίκους, για να μείνουν εκεί μόνο στρατιώτες. Άρχισε να δημιουργείται ένα νέο κέντρο πόλης, αφού οι κάτοικοι του παλιού φρουρίου έβλεπαν τις κατοικίες τους να κατεδαφίζονται.
Όταν μάλιστα, μεταφέρθηκε στην νέα οχυρωμένη πόλη, ο καθεδρικός ναός (1633), και στη συνέχεια, στην μικρή πλατεία που δημιουργήθηκε, οικοδομήθηκε το παλάτι του Λατίνου επισκόπου και η λέσχη των ευγενών (που αργότερα μετατράπηκε σε θέατρο, γνωστό με το όνομα θέατρο του San Giacomo) ορίστηκε εκεί και το κέντρο της νέας πόλης, με αποτέλεσμα η πρώτη πόλη (Εξώπολη) που είχε αναπτυχθεί κάτω από τη προστασία του δίκορφου βράχου να ξεχαστεί και η ακρόπολή της να γίνει η παλιά ακρόπολη και όλη μαζί το Παλαιό Φρούριο.
Στα τέλη του 17ου αιώνα συμπληρώθηκε η άμυνα του Νέου Φρουρίου, με τα φρούρια του Αβράμη και του Σαρόκο.
Όμως μεγάλο μέρος του Νέου Φρουρίου καταστράφηκε, ύστερα από απαίτηση των Μεγάλων Δυνάμεων, πριν την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, αλλά και κατά τους μεγάλους βομβαρδισμούς του Β' Παγκόσμιου πολέμου.
Σήμερα μπορούμε να θαυμάσουμε ένα αρκετά μεγάλο μέρος του πάνω από το λιμάνι της Σπηλιάς.
Βλέπουμε το Λέοντα του Αγίου Μάρκου, το έμβλημα του Ενετικού κράτους στην μπροστά όψη του. Στην περιοχή πίσω από το λιμάνι βρίσκεται επίσης και η Πύλη της Σπηλιάς, μια από τις δύο πύλες του παλιού τείχους της πόλης που έχουν διασωθεί.
Μια σπουδαία μάχη (2η πολιορκία της πόλης από τους Οθωμανούς):
Σε αυτό το φρούριο δόθηκε η κρισιμότερη ίσως μάχη στην ιστορία της πόλης.
Το 1716 οι Οθωμανοί Τούρκοι αποβιβάζονται στο νησί και αρχίζουν να πολιορκούν τα τείχη του Νέου Φρουρίου από γύρω θέσεις. Αρχηγός της φρουράς της πόλης ήταν ο Ιωάννης Ματθίας Σχολεμβούργος και είχε υπό την καθοδήγησή του 5000 Ενετούς και 3000 Κερκυραϊκούς στρατιώτες.
Η πολιορκία ξεκίνησε στις 8 Αυγούστου του 1716 και οι Τούρκοι άρχισαν να επιτίθενται με σφοδρότητα κατά των υπερασπιστών του φρουρίου. Οι τελευταίοι κατάφερναν όμως να αποκρούουν με μαεστρία και γενναιότητα τις επιθέσεις τους και πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση.
Τελικά το οργανωμένο σχέδιο άμυνας των Ενετών σε συνδυασμό με το σύνολο των οχυρωματικών παρεμβάσεων στο νησί τα τελευταία χρόνια από τους ίδιους τους Ενετούς και την ικανότητα του ίδιου του Σχολεμβούργου κράτησαν την Κέρκυρα μακριά από τα χέρια των Τούρκων.
Οι ντόπιοι κάτοικοι μάλιστα λένε ότι την κρίσιμη ώρα τις ισορροπίες άλλαξε μια ξαφνική καλοκαιρινή καταιγίδα που με καταστρεπτική μανία χτύπησε το στρατόπεδο των Τούρκων. Οι τελευταίοι υπέστησαν σοβαρότατες ζημιές και την επόμενη ημέρα αναγκάστηκαν να φύγουν από το νησί, αποδίδοντας έτσι την νίκη και στη βοήθεια του προστάτη του νησιού του Αγίου Σπυρίδωνα, που έστειλε την καταιγίδα για να βοηθήσει τους αμυνόμενους.
Από τότε τελείται στην πόλη λιτανεία προς τιμή του Αγίου Σπυρίδωνα, που θυμίζει σε όλους μας τη σωτηρία του νησιού από τον τουρκικό επεκτατισμό της εποχής εκείνης στις 11 Αυγούστου κάθε έτους.
Άγαλμα του Σχολεμβούργου βρίσκεται μπροστά από την πύλη του Παλαιού Φρουρίου ενώ και η οδός που βρίσκεται η είσοδος του Νέου Φρουρίου έχει το όνομά του. Μέσα στο Νέο Φρούριο βρίσκεται και το σχολείο μας.


Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Νέο Φρούριο, Ιούλιος 2009.

ΤΟ ΝΕΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )









Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Νέο Φρούριο, Ιούλιος 2009.




ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΤΗΝ ΜΟΝΗ ΠΕΝΤΕΛΗΣ


Στους πρόποδες της Παλαιάς Πεντέλης,μέσα στο καταπράσινο περιβάλλον του βουνού βρίσκεται το ιστορικό αντρικό μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή ποιό γνωστό στο ευρύ κοινό ως Μονή Πεντέλης.
Σίγουρα θα νιώθει πολιορκημένο από τον οικισμό της Παλαιάς Πεντέλης που συνεχώς αναπτύσσεται και το περιτριγυρίζει ασφυκτικά.
Η Μονή χτίστηκε από τον επίσκοπο Ευβοίας Τιμόθεο το 1578 μετά από αίτημα της οικογένειας Δέγγλερη που ήταν όλοι τους πολύ πιστοί Χριστιανοί και ήθελαν ένα μέρος να μονάσουν.
Αμέσως μετά την κατασκευή αυτής της οικογενειαρχικής μοναστικής κοινότητας η Μονή μάζεψε τους ασκητές που έβρισκαν την επαφή τους με τον Θεό στις σπηλιές του βουνού.
Πολλοί ασκητές κατέβηκαν από την σπηλιά των Αμώμων και βρήκαν καταφύγιο και γαλήνη στην αγκαλιά της Μονής.
Στην Τουρκοκρατία η Μονή είχε στην κυριότητά της μεγάλη έκταση γης ενώ οι μοναχοί είχαν αυξηθεί στους εκατό. Στα υπόγεια της λειτούργησε κρυφό σχολειό ενώ η εξάρτηση της από το Πατριαρχείο της έδωσε πολλά προνόμια σε συνδυασμό με την αγάπη που είχε στη Μονή η μητέρα του Σουλτάνου.
Με την ανεξαρτησία που είχε αποκτήσει η Μονή βοήθησε στον επαναστατικό αγώνα σαν μεγάλο εθνικό και πνευματικό κέντρο που είχε γίνει και είχε φυγαδεύσει πολλούς επαναστάτες από τα υπόγεια της.
Εξωτερικά η μονή μοιάζει με καστρομονάστηρο με ψηλά τείχη και μεγάλες βαριές ξύλινες πόρτες.
Στον εσωτερικό περίβολο της Μονής ο επισκέπτης μπορεί να δει αρχαία κομμάτια,επιγραφές και μικρά κιονόκρανα ενώ εσωτερικά στον παλαιό ναό της Μονής υπάρχει η επιγραφή 1572 όπως επίσης μερικές αγιογραφίες με έντονο ενδιαφέρον.
Σε μια αγιογραφία ο προσεχτικός παρατηρητής θα δει τον Άγιο Τιμόθεο,τον πρώτο κτήτορα της Μονής να πολεμάει την πανούκλα και την χολέρα,αυτές τις δυο αρρώστιες που βασάνιζαν την Αθήνα τον 16ο αιώνα ενώ σε μία άλλη θα δει τους δαίμονες που βγαίνουν από τα έγκατα της γης για να βασανίσουν τους ανθρώπους. Ξαναβγαίνοντας στον περίβολο μην ξεχάσουμε να επισκεφτούμε ένα διαμορφωμένο ασκητικό κελί εποχής με το τραπεζάκι και το κρεβατάκι του μοναχού που έμενε εκεί,όπως επίσης και τον νεότερο αλλά όμορφο ιερό ναό.
Το βλέμμα του επισκέπτη όμως το μαγνητίζει το κρυφό σχολείο που βρίσκεται στα υπόγεια της Μονής. Είναι ένα διαμορφωμένο ιστορικό μουσείο που περιμένει τον επισκέπτη να του ανοίξει το ιστορικό παρελθόν του. Όταν περνάς την πόρτα του υπογείου νομίζεις ότι μπαίνεις σ’ έναν μυστικό κόσμο του 17ου αιώνα.
Τα υπόγεια περάσματα οδηγούν σε διαμορφωμένες αίθουσες ενώ δεν ξέρεις το τι μπορεί να συναντήσεις στην επόμενη στροφή. Τα κέρινα ομοιώματα είναι τόσο ζωντανά που νομίζεις πως θ’ ανοίξουν το στόμα τους και θα σου εξιστορήσουν τον πόνο τους,τα όνειρα τους,τους φόβους τους.
Ο γέρος ιερέας που κάνει μάθημα στα παιδιά και τους λέει να είναι γενναία στον αγώνα,τα παιδιά που τον ακούν με δέος,ο αρματολός με το τουφέκι του κρυμμένος σε μια άλλη γωνιά.
Η ωραία πύλη που περιμένεις ν’ ανοίξει για να βγει ο ιερέας να κάνει την μυστική λειτουργία στο μυστικό υπόγειο εκκλησάκι. Τα πάμπολλα ιστορικά αντικείμενα να δεις, τα παλιά σκονισμένα βιβλία στα ράφια που περιμένουν να τα μελετήσεις,τα ιστορικά χειρόγραφα αναρτημένα στους τοίχους που περιμένουν να τα διαβάσεις και από κάτω αρχαία κιονόκρανα σ’έναν ιστορικό συνδυασμό.

Ιερά μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης.

Υπάγεται στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και ιδρύθηκε το 1578.
Βρίσκεται στη νότια πλευρά της Πεντέλης, 18 χλμ. από την Αθήνα.
Κατά τα έτη 1688-1690 καταστράφηκε κατά την άλωση των Αθηνών από τον Μοροζίνι. Ανακαινίστηκε τον 18ο αι., οπότε και έγινε σπουδαίο χριστιανικό κέντρο που προσέφερε πολλές υπηρεσίες στον υπόδουλο Ελληνισμό.
Το καθολικό είναι αφιερωμένο στην κοίμηση της Θεοτόκου. Ανακαινίστηκε το 1953 με σχέδια του καθηγητή Α. Ορλάνδου.
Πρόκειται περί βυζαντινού κτίσματος. Είναι ναός σταυροειδής με τρούλο, με προσθήκη δύο ναρθήκων εικονογραφημένων.
Εορτάζει στις 15 Αυγούστου και τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος.
Στις υπόγειες στοές ο χώρος έχει διαμορφωθεί κατάλληλα και έχει γίνει μόνιμη αναπαράσταση του Κρυφού Σχολειού.
Διαθέτει ξενώνα, μουσείο και πλούσια βιβλιοθήκη και είναι ανδρικό μοναστήρι.
Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν πως το κρυφό σχολειό της μονής δεν υπήρξε ποτέ, και είναι φτιαχτό, αυτό είναι μια άλλη ιστορία που οποίος ενδιαφέρεται μπορεί να το ψάξει και να βρει αυτό ακριβός που θέλει.


Γεώργιος Λαμπής – Πεντέλη, Κρυφό σχολειό, Απρίλιος 2010.

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΤΗΝ ΜΟΝΗ ΠΕΝΤΕΛΗΣ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )







Γεώργιος Λαμπής – Πεντέλη, Κρυφό σχολειό, Απρίλιος 2010.


ΤΟ ΜΝΗΜΑ ΤΗΣ ΔΟΥΚΙΣΣΑΣ ΤΗΣ ΠΛΑΚΕΝΤΙΑΣ



To Μνήμα της Δούκισσας της Πλακεντίας Νοτιοδυτικά και λίγα μέτρα παραπέρα της Maisonette, στα δεξιά του δρόμου για όποιον απομακρύνεται απ’ αυτή, βρίσκεται το κομψότατο Μνήμα της Δούκισσας της Πλακεντίας.
Παρουσιάζεται με την επανερμηνευμένη, όπως θα δούμε, μορφή ενός αρχαιότροπου δωρικού ναού σε μικρογραφία, με αέτωμα, ανθέμια και ακρωτήρια, ο οποίος εδράζεται πάνω σε 3 στιβαρούς, επάλληλους, επίσης μαρμάρινους, αναβαθμούς.

Στην προς τον δρόμο στενή του πλευρά, φέρει την επιγραφή:

«Sophie de Marbois / Duchesse de Plaisance / Francaise / Nee a Philadelphie le 3 Avril 1785 / Decedee a Athenes le 14 Mai 1854».

Η οποία επιγραφή σε μετάφραση, σημαίνει:

«Σοφία ντε Μαρμπουά / Δούκισσα της Πλακεντίας / Γαλλίδα / Γεννηθείσα στην Φιλαδέλφεια στις 3 Απριλίου 1785 / Θανούσα στην Αθήνα στις 14 Μαϊου 1854».
Την αρτιότερη περιγραφή του μικρού αυτού μνημείου, την βρίσκουμε σε κείμενο του Κώστα Μπίρη, που όμως εσφαλμένα αποδίδει το έργο, στον Σταμάτιο Κλεάνθη.

Περιγράφει ο Κώστας Μπίρης, ως εξής:

«Ένα κλασσικόν βάθρον, με τρεις αναβαθμούς, υποστηρίζει μίαν λάρνακα Δωρικού ρυθμού. Ρομαντική σύνθεσις εντελώς πρωτότυπος, εμπνευσμένη μεν από τον ελληνικόν ρυθμόν, αλλά χωρίς καμμίαν υποταγήν εις του ορθοδόξου κλασικισμού τας αξιώσεις: οι δωρικοί κίονες που ενσωματώνονται εις τας τέσσαρας γωνίας του μνημείου, έχουν άβακας κυκλικούς, η ζωφόρος λείπει εντελώς, και μόνον ένα κυμάτιων υποστηρίζει το γείσον, απλοποιημένον και αυτό εις την πλέον αδράν μορήν του.

Απέδιξεν εις το έργον του αυτό ο Κλεάνθης την ευαισθησίαν ν’ αποφεύγη τας απομιμήσεις εις την Αρχιτεκτονικήν μικρογραφίας, δηλαδή πιστήν μεν αλλά ατροφικήν και αφύσικον
ειςδιαστάσεις χρήσιν των ρυθμών. Ούτε και τα ακρωτήρια του αετώματος ακολουθούν τον κλασσικόν τύπον. Τα διέπλασε πλατύτερα, χαμηλότερα, απολύτως ήρεμα. Επωφελήθη τέλος, από την κλίσιν που έχουν οι κλασσικοί κίονες προς το εσωτερικόν των ναών και εξεμεταλλεύθη το στοιχείον αυτό με μαγαλυτέραν έντασιν, δια να δώση εις το έργον του πλαστικότητα και συγκίνησιν. Οι μικροί αυτοί ανάγλυφοι δωρικοί κίονες των γωνιών του μνημείου, βλέπει κανείς να προσκλίνουν, διαπνεόμενοι από κάποιον αισθηματικόν λύγισμα, από ευλαβικήν συμπόνοια προς την μορφήν που θα ανεπαύετο ανάμεσά των, εις το εσωτερικόν του τάφου».
(Μπίρης Κώστας Αι Αθήναι από του 19ου εις τον 20ον αιώνα σελ. 127-128).
Παρ’ όλο που η ελληνική βιβλιογραφία αποδίδει το Mνήμα στον Κλεάνθη, αποτελεί πιθανότερα έργο του Βαυαρού Friedrich von Gaertner (1792-1847), στον οποίο η εκκεντρική δούκισσα παρήγγειλε το σχέδιο του τάφου της ιδίας και της κόρης της, περί το 1840-1844, όταν ο περίφημος αρχιτέκτων βρισκόταν στην Αθήνα, επιβλέποντας την ανέγερση των βασιλικών ανακτόρων.
Το μνημείο οικοδομήθηκε το 1857, τρία χρόνια μετά τον θάνατο της δούκισσας, από τον Γεώργιο Σκουζέ, σύζυγο της παλιάς γραμματέως της, Ελένης Καψάλη.
Βάνδαλοι, διέρρηξαν το 1946 το μνήμα, διασκόρπισαν τα οστά και κατέστρεψαν τα ανθέμια και τα ακρωτήρια που στόλιζαν τα δύο αετώματα στις στενές του όψεις.
Η τραγική ειρωνεία της ιστορίας όμως είναι πως η Δούκισσα δεν πρόλαβε να δει ολοκληρωμένο το όνειρο της.
Πέθανε από κατάθλιψη έναν χρόνο πριν το ανάκτορο τελειώσει.
Αυτό φυσικά δημιούργησε άλλον έναν θρύλο γύρω από το όνομα της,πως το φάντασμα της περιφέρεται στο ανάκτορο που τόσο ήθελε να μείνει και αγαπούσε.Ο φίλος της Σταμάτης Κλεάνθης εκτός από τα άλλα κτίρια που είχε φτιάξει γι’ αυτήν,της έφτιαξε και την τελευταία της κατοικία,έναν τάφο κοντά στο αγαπημένο της ανάκτορο αντάξιο της ζωής της και της προσωπικότητας της.
Μια μαρμάρινη λάρνακα Δωρικού ρυθμού πάνω σε τριών επιπέδων βάθρο που στηρίζεται πάνω σε τέσσερις δωρικούς κίονες. Το 1945 όμως ληστές σύλησαν τον τάφο νομίζοντας πως θα βρουν κρυμμένο θησαυρό. Αφού δεν βρήκαν το αναμενόμενο γι’ αυτούς εύρημα,κατέστρεψαν τα οστά της Δούκισσας από εκδίκηση. Η Δούκισσα δεν βρήκε την ησυχία της ούτε μετά τον θάνατο της όπως και κάποια πράγματα που άφησε πίσω της φεύγοντας.


Γεώργιος Λαμπής – Απρίλιος 2010.



Ο ΠΥΡΓΙΣΚΟΣ TOURELLE ΣΤΗΝ ΠΕΝΤΕΛΗ



Η νεοελληνική ιστορία της Πεντέλης στιγματίζεται από μια διακεκριμένη προσωπικότητα που αγαπάει αυτόν τον τόπο και περνάει εδώ τα τελευταία χρόνια της ζωής της. Το 1785 γεννιέται στη Φιλαδέλφεια της Αμερικής η Σοφία Ντε Μαρμπουά, Δούκισσα της Πλακεντίας, κόρη Γάλλου διπλωμάτη. Επηρεασμένη από το Φιλελληνισμό που επικρατεί εκείνη την εποχή στο Παρίσι, έρχεται στην Ελλάδα και εγκαθίσταται το 1830 στο Ναύπλιο, ενώ βοηθάει τον αγώνα των Ελλήνων για την απελευθέρωση.
Στα χρόνια που ακολουθούν, η κόρη της Ελίζα καταπονείται από φυματική νόσο.
Έπειτα από ένα μεγάλο ταξίδι στην Ανατολή, η κόρη πεθαίνει στη Βηρυτό. Καθώς επιθυμία της Ελίζας ήταν να ταφεί στην Ελλάδα, η Δούκισσα τη βαλσαμώνει και έρχεται στην Αθήνα, όπου ζει στο παλάτι της στο κέντρο της πόλης μαζί με το άψυχο κορμί της κόρης της.
Το 1840, μαζί με το νέο της σύντροφο αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη συζητούν με τους μοναχούς της Ιεράς Μονής Πεντέλης και συμφωνούν την οικοδόμηση νέου δουκάτου, μετά από επέμβαση της κυβέρνησης. Οικοδομούνται τρία σπίτια στην Πεντέλη, το ένα επί της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου (επέκταση της λεωφόρου Πεντέλης), ένα στην πλατεία Χαραυγής και το μεγαλοπρεπές ανάκτορο "Καστέλο της Ροδοδάφνης".
Πολλοί υποστηρίζουν πως η δούκισσα περνάει τα τελευταία της χρόνια μιλώντας συχνά στη βαλσαμωμένη της κόρη περιτριγυρισμένη από άνθη, με παρέα τα αγαπημένα της σκυλιά, έως το 1847 που ξεσπάει πυρκαγιά στο παλάτι της στην Αθήνα και μαζί με το σπίτι καίγεται και το βαλσαμωμένο κορμί της πολυαγαπημένης της κόρης.
Το 1854 πεθαίνει πλέον και η ίδια πικραμένη στο ανάκτορό της στην Πεντέλη.


Γεώργιος Λαμπής – Πεντέλη, Πυργίσκος Tourelle, Απρίλιος 2010.

ΖΑΚΥΝΘΟΣ – ΕΝΕΤΙΚΟ ΚΑΣΤΡΟ

Η περιοχή του Κάστρου είναι μεγάλης ιστορικής σημασίας καθώς στο εσωτερικό του, τα χρόνια της Ενετοκρατίας βρισκότανε η πρωτεύουσα του νησιού. Η ακριβής χρονολογία που χτίστηκε το Κάστρο δεν είναι γνωστή.
Τα τείχη του είναι από λαξευτή πέτρα και η μορφή τους μοιάζει με παρόμοια τείχη σε κάστρα της Κρήτης. Το 1480 κατεδαφίστηκε μεγάλο μέρος του από τους Τούρκους και δεν επιτράπηκε η αναστήλωση του.
Από τότε έως το 1514 οι κάτοικοι του νησιού έκαναν πολλές προσπάθειες αναστήλωσής του μετά από κάθε επιδρομή ή σεισμό, αλλά η κυριότερη αναστύλωση έγινε το 1515 με ενίσχυση της Βενετίας.
Τότε προστέθηκαν τα κανόνια και η μεγάλη Πύλη η καμπάνα της οποίας χρησίμευε ως ρολόι της πόλης. Η παρουσία των Βενετών φαίνεται ακόμα εάν παρατηρήσουμε την τρίτη πύλη εισόδου, τα τείχη της οποίας φέρουν "το Λέοντα του Αγίου Μάρκου" σύμβολο της Βενετίας.
Το Κάστρο φιλοξενούσε όλη την πόλη της Ζακύνθου, τις διοικητικές υπηρεσίες και το στρατό.
Οι Βενετοί δημιούργησαν μέσα στο Κάστρο έργα σπάνια της εποχής, όπως ένα οργανωμένο αποχετευτικό σύστημα.
Το πέρασμα των χρόνων και οι πολλοί καταστρεπτικοί σεισμοί του παρελθόντος αλλοίωσαν την μορφή της παλιάς πόλης, από την οποία σήμερα διασώζονται ελάχιστα δείγματα. Πιο συγκεκριμένα, μέσα στην περιοχή του Κάστρου ο επισκέπτης μπορεί να δει τις πέτρινες θολωτές φυλακές, το κτίριο της Πυριτιδαποθήκης, τον κεντρικό προμαχώνα του φρουρίου, κατάλοιπα του αποχετευτικού συστήματος, καθώς και ερείπια πολλών εκκλησιών.
Η γεωλογική μεταβολή του 16ου αιώνα, οδήγησε στην αποκοπή της Νοτιοανατολικής πλευράς του Κάστρου από το Λόφο του Εξηνταβελόνη.
Τότε καταστράφηκαν τα Κυκλώπεια Τείχη και η Αρχαία Ακρόπολη της Ζακύνθου.
Από το Χάσμα μπορούμε να διακρίνουμε και το Κάστρο της Κυλλήνης.
Η θέση του Κάστρου δεν ήταν τυχαία, καθώς οι Ενετοί διάλεγαν πάντα να χτίζουν τα Κάστρα τους έτσι ώστε να έχουν οπτική επαφή μεταξύ τους.
Η γεμάτη πεύκα γύρω περιοχή προσφέρει εξαιρετική θέα προς την πόλη της Ζακύνθου.
Τα ορατά μνημεία που αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ανασκαφών χρονολογούνται από τη βυζαντινή εποχή έως και την περίοδο της Αγγλοκρατίας και είναι τα εξής :

α. Σωτήρας ή Παντοκράτορας ή "Domo" ή San Salvatore ( Βυζαντινός ναός 12ου αιώνα).

β. Αγ. Φραγκίσκος , τρίκλιτη βασιλική 14ου αιώνα.

γ. Αγ. Βαρβάρα, μονόκλιτη βασιλική.

δ. Αγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος,τέλη 15ου αιώνα.

ε. Ναός Υπεραγίας Θεοτόκου Λαουρένταινας.

στ. Αγ. Ιωάννης Θεολόγος, 15ος αιώνας.

ζ. Ενετικές φυλακές.

η. Ενετική πυριτιδαποθήκη.

θ. Γήπεδο Άγγλων αξιωματικών.

ι. Αγγλικός στρατώνας.

ία. Διοικητήριο – στρατώνας.

Μια άλλη ιστορική πηγή μας αναφέρει ότι Το Ενετικό Φρούριο Ζακύνθου βρίσκεται στη θέση που σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες υπήρχαν τα τείχη της Αρχαίας Ακρόπολης (Ψωφίδας).
Οι επαναλαμβανόμενοι μεγάλοι σεισμοί που έπλητταν το νησί κατέστρεφαν και τα οχυρωματικά έργα με αποτέλεσμα να ανακατασκευάζονται συχνά.
Η κατασκευή των τειχών και των οχυρώσεων του Φρουρίου, που έχουν διασωθεί, ολοκληρώθηκε το 1646, όταν proveditor general da mar ήταν ο Io Bapt. Grimani, από Ενετούς μηχανικούς με ντόπιους μαστόρους, με μεγάλη επιμέλεια και ανθεκτικά υλικά.
Τότε κατασκευάστηκε και ο κύριος λιθόστρωτος δρόμος, που έφτανε μέχρι τον αιγιαλό, η περίφημη Strada Giustiniana, η Σαρτζάδα, όπως καθιερώθηκε τα νεότερα χρόνια.
Σημαντική επέμβαση για τη συντήρηση κι επισκευή των τειχών, αλλά και των κτιρίων του Φρουρίου, με παράλληλη φροντίδα για το σύστημα ύδρευσης και αποχέτευσης, έγινε από τους ΄Αγγλούς το 1812, όταν ήταν κυρίαρχοι στο νησί.

Γεώργιος Λαμπής – Ζάκυνθος, Ενετικό κάστρο, Αύγουστος 2009.

ΖΑΚΥΝΘΟΣ – ΕΝΕΤΙΚΟ ΚΑΣΤΡΟ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )











Γεώργιος Λαμπής – Ζάκυνθος, Ενετικό κάστρο, Αύγουστος 2009.




Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

ΣΠΗΛΑΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑΣ

Στα ΝΔ της Κωμόπολης Κερατέας, στα Νότια πλευρά του βουνού Κερατοβούνι και σε υψόμετρο 548 μ., διανοίγεται το σπήλαιο Κερατέας.
Είναι διώροφο και χωρίζεται σε 3 επιμήκη παράλληλα τμήματα από ωραίες κολόνες, σταλακτίτες και σταλαγμίτες.
Στη φαντασμαγορία του σπηλαίου συμβάλλουν και οι μικρές υδατοσυλλογές με κατακάθαρα νερά, που βρίσκονται σε 4 σημεία του. Από το πρώτο τμήμα, με απότομη ανάβαση 5 περίπου μέτρων, αρχίζουν διαδοχικά τα άλλα τρία διαμερίσματα με κατηφορικό δάπεδο.
Το τελευταίο βαραθρώδες, διατηρεί στον πυθμένα του νερά με βάθος ανάλογα με την εποχή. Είναι το βαθύτερο σημείο του σπηλαίου, με υψομετρική διαφορά από την είσοδο του 28 μ.
Το μήκος του σπηλαίου είναι 60 μ., το πλάτος του 35 και το ύψος οροφής του κυμαίνεται από 5 - 10 μ. Αν και δεν έχουν γίνει ανασκαφές, για να χαρακτηρισθεί τόπος λατρευτικός, όμως αυτό δεν αποκλείεται, γιατί ανάμεσα σε φερτά υλικά του δαπέδου του πρώτου τμήματος βρέθηκε μικρό πήλινο δοχείο σπασμένο. Είναι ένα από τα σπήλαια που κάποτε επισκέφθηκε και ο λόρδος Βύρων για αυτό έχει και την ονομασία ΣΠΗΛΑΙΟ ΛΟΡΔΟΥ ΒΥΡΩΝΑ.
Μάλιστα κατά την επίσκεψη του εκεί ο λόρδος Βύρων βρέθηκε σε αρκετά δύσκολη θέση, όταν ο φωτισμός με δάδες που διέθετε έσβησε και βρέθηκε στο απόλυτο σκοτάδι να ψάχνει μαζί με τους συνοδούς του την έξοδο.
Τελικά τα κατάφεραν χωρίς να πάθουν κάποιο ατύχημα, αλλά με αφορμή αυτό το περιστατικό επισημαίνεται ότι απαιτείται μεγάλη προσοχή και σεβασμός όταν επισκεπτόμαστε ένα σπήλαιο γιατί πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να μας συμβεί κάποιο ατύχημα και να θέσουμε σε κίνδυνο την ζωή μας.
Το σπήλαιο είναι φανταστικό και αξίζει να το επισκεφτεί κανείς.
Βάλτε ζεστά ρούχα αν θα πάτε χειμώνα, γιατί το κρύο είναι τσουχτερό και θα παγώσετε μέχρι να φτάσετε στην είσοδο του.
Καλό θα ήταν να φοράτε και ορειβατικά παπούτσια γιατί στο εσωτερικό του σπηλαίου υπάρχει πολύ υγρασία, και σε κάποια σημεία οι πέτρες γλιστράνε πολύ.
Το σπήλαιο της Κερατέας έχει αρκετά εύκολη πρόσβαση και είναι εξαιρετικά βατό. Στο εσωτερικό του σπήλαιου και από την πρώτη κιόλας αίθουσα βρίσκονται πολυάριθμες επιγραφές στα τοιχώματα, ειδικά κοντά στην είσοδο, με ονόματα και χρονολογίες, οι οποίες βρίσκονται εκεί από τα τέλη του 19ου αιώνα (η παλαιότερη επιγραφή φαίνεται να είναι εκεί από το 1872).



Γεώργιος Λαμπής –Κερατέα,Σπήλαιο Κερατέας η Σπήλαιο του Πανός, Μάρτιος 2010.

ΣΠΗΛΑΙΟ ΚΕΡΑΤΕΑΣ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )







Γεώργιος Λαμπής –Κερατέα,Σπήλαιο Κερατέας η Σπήλαιο του Πανός, Μάρτιος 2010.



ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΕΣΟΣΠΟΡΙΤΙΣΣΑ



Σε απόσταση ενός χιλιομέτρου δυτικά των Καλυβίων, στην περιοχή που είναι γνωστή με την ονομασία Εννέα Πύργοι, και πολύ κοντά στον επίσης βυζαντινό ναό του Αγίου Πέτρου, βρίσκεται ο κομψός ναός της Παναγίας Μεσοσπορίτισσας ή τα Εισόδια (αφού ο ναός εορτάζει την ημέρα των Εισοδίων της Θεοτόκου, στις 21 Νοεμβρίου, εξ ου και η ονομασία Μεσοσπορίτισσα που αποδίδεται στην Παναγία ως προστάτιδας της σποράς που γίνεται αυτόν το μήνα).
Ο ναός είναι μονόκλιτη βασιλική, στην οποία, μεταγενέστερα, προστέθηκε καμαροσκέπαστος νάρθηκας και παρεκκλήσιο στη δυτική και βόρεια πλευρά αντίστοιχα. Ο Ορλάνδος τη χρονολόγησε στον 11ο ή 12ο αιώνα.
Ο καθηγητής Μπούρας την τοποθετεί στα τέλη του 12ου αιώνα. Ο τρούλος του ναού είναι αθηναϊκός και η τοιχοδομία του συνδυάζει την απλή αργολιθοδομή με την καλή πλινθοπερίκλειστη τεχνική στην κόγχη του Ιερού και του τρούλου.
Η είσοδος του ναού είναι χαμηλή κι έχει υπέρθυρο πλίνθινο τοξωτό προσκυνητάρι που απαντά και σε αρκετούς άλλους αττικούς ναούς, όπως στον γειτονικό-και κάπως νεότερο- Άγιο Πέτρο αλλά και στο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου στη Σπηλιά Πεντέλης κ.ά.
Στα προσκυνητάρια αυτά είθισται να εικονίζεται ο τιμώμενος άγιος. Στην περίπτωση της Μεσοσπορίτισσας όμως, η τοιχογράφηση έχει καταστραφεί. Δε διασώζεται ο ζωγραφικός διάκοσμος.
Οι τοιχογραφίες του κυρίως ναού είναι νεότερες και ιδιαίτερα κακότεχνες. Έγιναν στις αρχές του 20ου αιώνα από κάποιον ζωγράφο Λυμπέριο, σύμφωνα με επιγραφές στο κτιστό τέμπλο, και πιθανότατα έχουν επικαλύψει παλαιότερο στρώμα τοιχογραφιών. Ελάχιστες τοιχογραφίες που έχουν σωθεί στο παρεκκλήσιο είναι αρκετά ενδιαφέρουσες και μπορούν να χρονολογηθούν στα μέσα του 18ου αιώνα. Οι νεότερες αυτές τοιχογραφίες του παρεκκλησίου, όπως η Παναγία και ο Χριστός στο κτιστό τέμπλο, οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος στο βόρειο και νότιο τοίχο αντίστοιχα, το διακοσμητικό με τους άνθινους κύκλους στο εσωράχιο της Ωραίας Πύλης καθώς και ο Άγιος Αθανάσιος στο εσωράχιο του τόξου της βόρειας κεραίας του κυρίως ναού, είναι αρκετά ενδιαφέρουσες.
Δυστυχώς, η επιγραφή που σώζεται στο τέμπλο και θα μπορούσε να μας δώσει την ακριβή χρονολόγηση είναι σχεδόν ολοκληρωτικά φθαρμένη.
Δεν υπάρχουν μαρτυρίες για το ναό στις ιστορικές πηγές. Ο ναός διατηρείται σε άριστη κατάσταση και σε ωραίο περιβάλλοντα χώρο.

Γεώργιος Λαμπής – Καλύβια, Παναγιά Μεσοσπορίτισσα, Μάρτιος 2010.















ΜΕΓΑΡΟ ΔΟΥΚΙΣΣΗΣ ΠΛΑΚΕΝΤΙΑΣ



ΜΕΓΑΡΟ ΔΟΥΚΙΣΣΗΣ ΠΛΑΚΕΝΤΙΑΣ

(ΚΑΣΤΕΛΟ ΤΗΣ ΡΟΔΟΔΑΦΝΗΣ)


Άρχισε να οικοδομείται το φθινόπωρο του 1840, ενώ προηγουμένως εκτελέσθηκαν τα έργα υποδομής, και εξορύχθηκαν από τα λατομεία του Πεντελικού 100 κ.μ. μαρμάρου που προορίζονταν για την ανέγερσή του.
Στα τέλη του 1847, όταν ξέσπασε η πυρκαϊά της οικίας της δούκισσας στην Αθήνα (επί της οδού Πειραιώς) και η αποτέφρωση της σωρού της κόρης της, με αποτέλεσμα την μείωση του ενδιαφέροντος της δούκισσας για τις οικοδομές της, το χτίσιμο των τοίχων είχε μεν περατωθεί, αλλά δεν είχε τελειώσει η στέγη ούτε το εσωτερικό της έπαυλης.
Το Καστέλλο της Ροδοδάφνης, περιήλθε μετά το θάνατο της δούκισσας στο Δημόσιο, παρέμεινε ημιτελές, στο έλεος του κάθε εκδρομέα που χάραζε το όνομά του στους ασοβάντιστους τοίχους του.
Το 1889, το επισκέπτεται ο περιηγητής Rennel Rodd, ο οποίος και περιγράφει: «…λίγο αργότερα, όταν, καθώς προχωρούσε η ημέρα, μειώθηκε κάπως η δύναμη του ηλίου, θα εξορμήσεις (από τη μονή) προς τα κάτω, βαδίζοντας ανάμεσα από ολάνθιστους θάμνους μυρτιών, για να φθάσεις στην μεγάλη, μισοερειπωμένη έπαυλη, την οποία έκτισε για λογαριασμό της η δούκισσα της Πλακεντίας, όταν η περαιτέρω παραμονή της στην Γαλλία κατέστη αφόρητη και όταν επέλεξε τα ορεινά της Αττικής ως τόπο εξορίας της, όπου ήταν ελεύθερη να εξασκήσει τις εκκεντρικότητές της και όπου συναναστραφεί με τις τραχιές συμμορίες των βουνών. Η έπαυλη βρίσκεται σε υψηλό σημείο μίας ανηφορικής κοιλάδας, η οποία είναι παράλληλη ή μάλλον συγκλίνει με αυτήν που οδηγεί στη μονή.
Κτισμένη κυρίως από μάρμαρο, το οποίο εξορύχθηκε από όχι μακριά, παρουσιάζεται με την μορφή ενός μάλλον άχαρου τετράγωνου όγκου, στον οποίο ανοίγονται λίαν οξυκόρυφα γοτθικά παράθυρα, και τον οποίο δεν δείχνει να εκλόνισε ο πρόσφατος σεισμός. Η στέγη έχει κατά διαστήματα καταρρεύσει, τα πατώματα και τα ταβάνια ουδέποτε κατασκευάσθηκαν, αλλά τα δοκάρια είναι σχεδόν ανέπαφα, λόγω του ξηρού κλίματος.
Καθώς ότι υπάρχει δείχνει γερό, είναι απορίας άξιο το πώς κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να αποπερατώσει ένα σχεδόν έτοιμο σπίτι και επί πλέον κτισμένο σε μία τόσο όμορφη τοποθεσία.
Μία αγριοσυκιά φορτωμένη με τους άνοστους καρπούς της που κολλούνε στα δάκτυλα, έχει φυτρώσει καταμεσής στην αυλή και το νερό μιας πηγής που αναβλύζει από τον βράχο εκεί κοντά, έχει σχηματίσει πραγματικό τέλμα μπροστά στην είσοδο.
Από τον εξώστη φαίνεται η δασωμένη κοιλάδα που κατέρχεται απαλά την πλαγιά έως την πεδιάδα, εκτεινόμενη ανάμεσα σε δύο τραχιές βραχώδεις προεξοχές των λόφων, κατάφυτη από πεύκα, ιτιές, βασιλικές δρύες, και θάμνους από μύρτα και σκίνα…» (Rodd Rennell Pentelicon, a day & a night Extr. Universal review, 1889).
Το Καστέλλο της Ροδοδάφνης, παρέμεινε στην κατάσταση αυτή έως το 1959, έτος κατά το οποίο ορίσθηκε από το κράτος ως κατοικία του τότε Διαδόχου, και μετέπειτα βασιλέως Κωνσταντίνου Β', που εγκαταστάθηκε σε αυτό από το 1961 έως το 1964. Οι εργασίες αποπεράτωσης και εκσυγχρονισμού του κτιρίου, πραγματοποιήθηκαν την διετία 1960-1961, από τον αυλικό αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Μπαλτατζή.
Σήμερα η χρήση του έχει περιέλθει στο Δήμο Πεντέλης, ο οποίος το χρησιμοποιεί ως πνευματικό κέντρο, πραγματοποιώντας στην αυλή του το καλοκαίρι διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις. Το κτίριο και ο περιβάλλον χώρος είναι ασυντήρητοι και δίνουν εικόνα πλήρους εγκατάλειψης.
Η Ροδοδάφνη, αποτελεί παραλλαγή της Επαύλεως των Ιλισίων (νυν Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο) στην Αθήνα. Η παρατήρηση αυτή ισχύει όχι μόνο για το κυρίως κτίσμα, αλλά και για τις χαμηλές πτέρυγες με τους βοηθητικούς χώρους που πλαισιώνουν από τις δύο πλευρές την κεντρική αυλή, καθώς και για τις πίσω από αυτές δευτερεύουσες αυλές με τα καταλύματα του προσωπικού, τους στάβλους, τα αμαξοστάσια και τις αποθήκες.
Η κύρια διαφορά ως προς την γενική σύλληψη του συγκροτήματος, οφείλεται στην μορφολογία του εδάφους που υποχρεώνει η θέση του πυλώνα να μην είναι στην ευθεία της κυρίας εισόδου του κτιρίου, αλλά σε γωνία 90 μοιρών σε σχέση με αυτή. Στον άξονα της εισόδου βρίσκεται μία απλή μεταλλική καγκελόπορτα, μέσω της οποίας επικοινωνεί η στενόμακρη εξωτερική, με την τετράπλευρη και ευρεία κεντρική εσωτερική αυλή.
Η αρχιτεκτονική σύλληψη του κτιρίου, είναι στις βασικές της γραμμές απλή: μία στοά (διώροφη στα Ιλίσια) που τρέχει κατά μήκος της βόρειας εν εσοχή προσόψεως και ενώνει στο επίπεδο του ισογείου, μεταξύ τους δυο ορθογώνιους προεξέχοντες πύργους.
Τα γοτθικά τόξα της στοάς στο ισόγειο -ανά τρία ένθεν και ένθεν της ισοϋψούς κεντρικής εξώθυρας- και τα επτά υψηλά επίσης γοτθικά, παράθυρα στους δυο ορόφους της βόρειας πλευράς του κεντρικού κορμού του κτιρίου, έρχονται σε ευχάριστη αντίθεση με τα στενόμακρα, σαν διπλές και τριπλές πολεμίστρες, ανοίγματα στον τρίτο όροφο, όπως επίσης και στο δεύτερο και τον τρίτο όροφο των δύο πύργων.
Η πρόσοψη, γράφει ο Κώστας Μπίρης, διαπνέεται από σπάνιο αρχιτεκτονικό μεγαλείο. Οι όροφοι υποδηλώνονται μόνο με μία ελαφριά μαρμάρινη σκαλιστή «ζεύξη» που χωρίζει σε ζώνες τις πλατιές γεμάτες, γυμνές και απέριττες επιφάνειες. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται στην όλη αισθητική του κτιρίου, όπως ορθά παρατηρεί η Όλγα Μπαδήμα-Φουρναράκη μία ιδανική «…ισορροπία μεταξύ οριζόντιας και κατακόρυφης ρυθμικότητας».
Το κύριο διακοσμητικό στοιχείο της νότιας πλευράς, είναι, όπως και στην Maisonette, η κλειστή βεράντα, που καταλαμβάνει ολόκληρο το νότιο τμήμα του 3oυ ορόφου, κρυμμένη πίσω από πυκνή σειρά στενών ανοιγμάτων με γοτθικά τόξα. Έτσι, όταν το φως του ηλίου λούζει την νότια όψη του καστέλλου, επιτυγχάνεται στο ύψος της κλειστής αυτής στοάς, χάρη στα στενά και παράλληλα ανοίγματα, μία ευχάριστη εναλλαγή φωτός και σκιάς, στην ζώνη λίγο πιο κάτω από την μελετημένα προεξέχουσα στέγη. Αυστηρή και μεγαλόπρεπη σκάλα, που από τις δύο πλευρές προεκτείνει -αποκλίνοντας ελαφρώς προς νότο- τον ευρύ εξώστη, πάνω στον οποίο εδράζεται η στιβαρή νότια πρόσοψη, οδηγεί στον κήπο και το πευκόφυτο άλσος που πάλαι ποτέ περιέβαλλε την έπαυλη.
Το κτίριο είναι ολόκληρο κτισμένο με μάρμαρο, εκτός από τον 2o και 3o όροφο της βόρειας πλευράς, οι οποίοι, είτε δεν πρόλαβαν να επενδυθούν προτού η δούκισσα χάσει το ενδιαφέρον της για την οικοδομή, είτε προορίζονταν να καλυφθούν με καταλλήλως χρωματισμένο επίχρισμα, το οποίο θα σχημάτιζε ενδιαφέρουσα αντίθεση με το γκριζόλευκο μάρμαρο του λοιπού κτιρίου.
Είναι φανερό πως το Καστέλλο της Ροδοδάφνης αποτελεί ένα από τα πιο αξιόλογα αρχιτεκτονικά δείγματα του ρομαντισμού στην Ελλάδα.
Μια επίσκεψη θα σας πείσει.




Γεώργιος Λαμπής – Π. Πεντέλη, Μέγαρο Δουκίσσης Πλακεντίας, Μάρτιος 2010.