Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009

ΚΕΡΚΥΡΑ - ΓΡΑΒΑ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ

Το σπήλαιο "Γράβα Γαρδικίου" βρίσκεται στην κοινότητα Αγίου Ματθαίου, σε απόσταση 22km στα νοτιοδυτικά της Κέρκυρας. Συγκεκριμένα βρίσκεται στους νότιους πρόποδες του όρους Αγ. Ματθαίος.
Για να προσεγγίσει κάποιος τον χώρο ακολουθεί επί 2km τον δρόμο που συνδέει το χωριό Αγ. Ματθαίος με τον οικισμό Βραγκανιώτικα και παρακάμπτει δεξιά σε χωματόδρομο.
Ακολουθώντας μια πορεία περίπου 500m μέσα από τον ελαιώνα οδηγείται έξω από το σπήλαιο. Ο χώρος βρίσκεται πολύ κοντά στο βυζαντινό Φρούριο Γαρδικίου.
Η Γράβα αποτελούσε ορμητήριο κυνηγών και τροφοσυλλεκτών, πολύ κοντά στην μεγάλη πηγή του Γαρδικίου.
Πρόκειται για βραχοσκεπή της οποίας η οροφή έχει υποστεί σταδιακή διάβρωση και ογκώδεις κατακρημνίσεις. Σήμερα έχει οριζόντιο μήκος 20μ και ύψος 13μ. Το σπήλαιο βρίσκεται σε υψόμετρο 50μ. πάνω απ' την θάλασσα και έχει υπέροχη θέα προς όλο το νότιο τμήμα του νησιού.
Οι πρώτες έρευνες έγιναν εδώ το 1965 απ' τον καθηγητή - προϊστοριολόγο Αυγ. Σορδίνα.
Αποκαλύφθηκε δάπεδο κατοίκησης που χρονολογείται στα τελικά στάδια της Ανώτερης Παλαιολιθικής (20.000 π.Χ.).
Η ανασκαφή του χώρου έδωσε εργαλεία από πυριτόλιθο, οστά ζώων (κάπροι - ζαρκάδια - ελάφια), οστείνη χάντρα καθώς και δύο πλακίδια με κατάλοιπα ώχρας.
Ο χώρος έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός με την Υπουργική Απόφαση : ΥΑ 3888/ 21-2-67, ΦΕΚ. 168/Β/9-3-67.

Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα – Γράβα Γαρδικίου, Ιούλιος 2009.

ΚΕΡΚΥΡΑ - ΓΡΑΒΑ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )



Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα – Γράβα Γαρδικίου, Ιούλιος 2009.


ΑΡΧΑΙΑ ΤΙΡΥΝΘΑ


ΑΡΧΑΙΑ ΤΙΡΥΝΘΑ

Τα «κυκλώπεια» τείχη της Τίρυνθας σηματοδοτούν μεγαλόπρεπα ένα χώρο που κατοικήθηκε αδιάλειπτα για πολλούς αιώνες στην αρχαιότητα.
Είκοσι περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά των Μυκηνών, σε ένα χαμηλό λόφο με δύο εξάρματα, μόλις 26 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, η αρχαία Τίρυνθα είναι μία φυσικά οχυρή θέση και ελέγχει μια μεγάλη έκταση της πεδιάδας καθώς και σημαντικές διαβάσεις προς το Άργος και τις Μυκήνες, το Ναύπλιο και την Επίδαυρο. Τα τείχη της που κατασκευάστηκαν από μεγάλους ασβεστολιθικούς ογκόλιθους προκάλεσαν ήδη στην αρχαιότητα το θαυμασμό και την απορία.
Έτσι δημιουργήθηκε ο μύθος πως τα έκτισαν οι Κύκλωπες, γίγαντες από τη Λυκία, για χάρη του ιδρυτή της Τίρυνθας, Αργείου πρίγκιπα Προίτου.
Οι έρευνες του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου και της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, από το 1876 μέχρι σήμερα, έφεραν στο φως μια από τις σημαντικότερες μυκηναϊκές ακροπόλεις και ιχνηλάτησαν τα στάδια του πολιτισμού των προϊστορικών και ιστορικών περιόδων της Αργολίδος.
Μετά τους πρωτεργάτες Heinrich Schliemann και Wilhelm Dorpfeld (1884-1885), το χώρο ερεύνησαν στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα οι Georg Karo και Kurt Muller. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ο Έφορος Αρχαιοτήτων Αργολίδος Νικόλαος Βερδελής ανέλαβε το έργο της αποκατάστασης της δυτικής πλευράς της οχύρωσης που είχε καταρρεύσει και σκεπαστεί από τα μπάζα των παλαιών ανασκαφών.
Μετά το 1967 οι ανασκαφές ανατίθενται και πάλι στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, το οποίο υπό τη Διεύθυνση των Ulf Jantzen, Jorg Schafer, Klaus Kilian και Joseph Maran συνεχίζει τις έρευνες συμπεριλαμβάνοντας την Κάτω Ακρόπολης και την Κάτω Πόλη.
Τα συμπεράσματα των ανασκαφών αυτών αφήνουν να διαγραφεί μια σαφής εικόνα της εξέλιξης της αρχαίας Τίρυνθας.
Η Τίρυνθα κατοικήθηκε για πρώτη φορά στη Νεολιθική εποχή (7η- 4η χιλιετία π.Χ.), όπως μαρτυρούν τα λιγοστά κεραμικά ευρήματα που προήλθαν από τα βαθύτερα αρχαιολογικά στρώματα, και παρέμεινε αδιάλειπτα σε χρήση μέχρι την εποχή που ιδρύθηκε η επιβλητική της οχύρωση.
Τα αρχαιότερα αρχιτεκτονικά λείψανα χρονολογούνται στην Πρώιμη εποχή του Χαλκού (3η χιλιετία π.Χ.). Μεγάλα συγκροτήματα οικιών προσαρμόζονται πάνω στις πλαγιές του λόφου και οργανώνονται γύρω από ένα τεράστιο κυκλικό οικοδόμημα (διαμέτρου 27-28 μ.) στην κορυφή του νότιου εξάρματός του, την Άνω Ακρόπολη.
Παρά τις διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη χρήση του (οχυρωμένο ανάκτορο, μνημειώδες ταφικό κτίσμα ή ιερό), το κυκλικό οικοδόμημα είναι δυνατόν να ερμηνευθεί στο πλαίσιο της οργάνωσης του πρώτου αστικού συστήματος ως ένας χώρος που λειτουργούσε ως διοικητικό κέντρο και είχε προσαρμοσθεί μορφολογικά στο συγκεκριμένο γεωλογικό υπόβαθρο.
Κατά τη Μέση εποχή του Χαλκού (1900-1600 π.Χ.) πραγματοποιούνται επιχωματώσεις και κατασκευές ανδήρων στην Άνω Ακρόπολη με στόχο τη διαμόρφωση επίπεδων επιφανειών για την ανέγερση των κτιρίων.
Παρά τις δυσκολίες στη διερεύνηση των λειψάνων αυτής της εποχής λόγω της μεταγενέστερης οικοδομικής δραστηριότητας, η κατοίκηση του χώρου θεωρείται βέβαια.
Η μεγάλη ακμή ωστόσο της Τίρυνθας συνδέεται με την Μυκηναϊκή εποχή (1600-1050 π.Χ.). Τον 14ο αι. π.Χ., κατά την αρχαιότερη ανακτορική περίοδο (ΥΕ ΙΙΙ Α1), πριν την κατασκευή της οχύρωσης ένα πρώτο ανακτορικό συγκρότημα που αποτελείται από δύο κεντρικά κτίρια και οικίες ιδρύεται στο νότιο τμήμα του λόφου, τη λεγόμενη Άνω Ακρόπολη, και περιβάλλεται στη συνέχεια από την πρώτη οχύρωση που έχει μια πύλη στα ανατολικά.
Η οχύρωση επεκτείνεται σταδιακά στις αρχές του 13ου αι. π.Χ. (ΥΕ ΙΙΙ Β1), ενώ την ίδια περίοδο οχυρώνεται για πρώτη φορά το βόρειο, χαμηλότερο έξαρμα του λόφου, η λεγόμενη Κάτω Ακρόπολη και επισκευάζεται το ανάκτορο στην Άνω Ακρόπολη. Στο τέλος αυτής της περιόδου καταστρέφονται τα κτίσματα της Κάτω Ακρόπολης από σεισμό και το ανάκτορο από πυρκαγιά. Στον ύστερο 13ο αι. π.Χ. (ΥΕ ΙΙΙ Β2) η οχύρωση παίρνει την τελική της μορφή, αυτή που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης.
Τα τείχη περιβάλλουν ολόκληρο το λόφο και δημιουργούν μια ενιαία οχύρωση που ακολουθεί το φυσικό ανάγλυφο του εδάφους. Η τειχισμένη έκταση ανέρχεται σε 20.000 τ.μ., το εύρος του τείχους φθάνει σε ορισμένα σημεία τα 8 μ. ενώ το ύψος του υπολογίζεται σε 13 μ. Στην Κάτω Ακρόπολη κατασκευάζονται δωμάτια στο εσωτερικό του τείχους, ενώ στη βορειοδυτική πλευρά της χτίζονται δύο προσβάσεις που οδηγούν στις υπόγειες πηγές νερού έξω από την Ακρόπολη, οι λεγόμενες «Σύριγγες».
Στα δυτικά της Άνω Ακρόπολης κατασκευάζεται ένας καμπύλος προμαχώνας που προφυλάσσει το λεγόμενο δυτικό κλιμακοστάσιο και την έξοδο προς την πλευρά αυτή. Στα νότια και ανατολικά της Άνω Ακρόπολης ανεγείρονται οι λεγόμενες «Γαλαρίες», μακρόστενοι διάδρομοι με τοξωτή οξυκόρυφη στέγη που οδηγούν σε τετράγωνα δωμάτια του τείχους. Την περίοδο αυτή οικοδομείται το μεγάλο ανακτορικό συγκρότημα που ανασκάφηκε από τον H. Schliemann και τον W. Dorpfeld και αποτελεί την κορύφωση της οικοδομικής δραστηριότητας στην Ακρόπολη. Την καρδιά του συγκροτήματος αποτελεί το μεγάλο Μέγαρο και η μεγάλη περίστυλη Αυλή.
Το Μέγαρο είναι ένα τετράπλευρο επιμήκες οικοδόμημα που αποτελείται από τρεις χώρους, από τους οποίους ο εσωτερικός ήταν ο μεγαλύτερος.
Την πρόσοψή του κοσμούσαν δύο κίονες, ενώ τέσσερις άλλοι εσωτερικοί κίονες στήριζαν την υπερυψωμένη στέγη της εσωτερικής μεγάλης αίθουσας.
Στο χώρο αυτό υπήρχε ο θρόνος του ηγεμόνα στην ανατολική πλευρά και μια μεγάλη εστία στο κέντρο ανάμεσα στους κίονες. Εδώ ο άναξ, ο ανώτατος άρχων στη μυκηναϊκή ιεραρχία, δεχόταν τους υπηκόους του και τους επίσημους ξένους. Τα δάπεδα και τους τοίχους κοσμούσαν τοιχογραφίες με εικονιστικά θέματα από τη ζωή των ανακτόρων καθώς και το ζωικό και φυτικό βασίλειο.
Το Μέγαρο και η μεγάλη Αυλή που ανοιγόταν στην πλευρά της εισόδου του, αποτελούσε το χώρο όπου διαδραματίζονταν οι σημαντικότερες δραστηριότητες του Μυκηναίου ηγεμόνα. Εκτός από χώρος επίσημης υποδοχής μετατρεπόταν και σε χώρο λατρευτικών λειτουργιών, όπως μαρτυρεί ο Βωμός που βρίσκεται στη νότια πλευρά της Αυλής, ακριβώς στον άξονα του Μεγάρου.
Δύο πτέρυγες πλαισίωναν το Μέγαρο ανατολικά και δυτικά. Ανάμεσα στα οικοδομήματα αυτά διακρίνονται το Λουτρό στη δυτική και το λεγόμενο μικρό Μέγαρο στην ανατολική πτέρυγα.
Η είσοδος στην Άνω Ακρόπολη βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του τείχους και σε αυτήν οδηγούσε μια μεγάλη ράμπα μήκους 47 μ. και πλάτους 4.70 μ. Στο διάδρομο που πλαισιωνόταν από τις δύο πλευρές του τείχους είχε κατασκευασθεί η κεντρική πύλη. Η πύλη αυτή έχει περίπου τις ίδιες διαστάσεις με τη γνωστή Πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες και έχει κατασκευασθεί από το ίδιο με αυτήν πέτρωμα, ένα κροκαλοπαγή λίθο. Δυστυχώς εδώ σώζεται μόνο το μονολιθικό κατώφλι και τμήματα των παραστάδων της εισόδου.
Το υπέρθυρο και το ανάγλυφο ανακουφιστικό τρίγωνο έχουν ίσως χαθεί για πάντα. Περνώντας από ένα διάδρομο και μία μικρή αυλή με στοά στα ανατολικά έφθανε κανείς στο μεγάλο πρόπυλο, μια πομπώδη είσοδο στο εσωτερικό του ανακτόρου. Το τετράγωνο στεγασμένο οικοδόμημα είχε μήκος πλευράς 13.50 μ. και ανά δύο κίονες σε κάθε πλευρά. Διασχίζοντας το μνημειώδες πρόπυλο ο επισκέπτης βρισκόταν σε μία εσωτερική αυλή και περνώντας ένα δεύτερο μικρότερο πρόπυλο κατέληγε στην κεντρική αυλή του ανακτόρου.
Γύρω στα 1200 π.Χ. ένας σεισμός προκαλεί σοβαρές καταστροφές στα τείχη και το ανακτορικό συγκρότημα. Την ύστερη Μυκηναϊκή περίοδο, το 12ο αι. π.Χ., (ΥΕ ΙΙΙ Γ) αναμορφώνεται η περιοχή της Ακρόπολης, ενώ στην πεδιάδα έξω από τα τείχη οργανώνεται ένας οικισμός με πολεοδομικό ιστό έκτασης 25 εκταρίων.
Η χρήση της Μέσης Ακρόπολης, του χώρου βόρεια και χαμηλότερα του ανδήρου του ανακτόρου, δεν είναι βέβαιη λόγω της μικρής έκτασης των ανασκαφών που έγιναν σ΄ αυτόν. Η ύπαρξη ενός κεραμικού κλιβάνου μπορεί να δηλώνει ότι εδώ ήταν συγκεντρωμένοι εργαστηριακοί χώροι, οι οποίοι, όπως και στις Μυκήνες, βρίσκονταν μέσα στην οχύρωση και τελούσαν υπό την άμεση επίβλεψη του άνακτα και της άρχουσας τάξης.
Η Κάτω Ακρόπολη, ένας χώρος που θεωρήθηκε αρχικά ως καταφύγιο σε περίπτωση επιδρομής, είχε την τύχη να ερευνηθεί με σύγχρονη διεπιστημονική ανασκαφική μέθοδο από τον κορυφαίο προϊστορικό αρχαιολόγο Klaus Kilian, ο οποίος στη διάρκεια των ετών 1976 έως 1985 ανέσκαψε το σύνολο του χώρου αυτού και συνέβαλε αποφασιστικά στην έρευνα των περιόδων της εποχής του Χαλκού στην Αργολίδα.
Με την ανασκαφή της Κάτω Ακρόπολης διαπιστώθηκε μια συνεχής οικιστική ακολουθία κατά τη Μυκηναϊκή εποχή και καθιερώθηκε μια δεσμευτική ακριβής χρονολόγηση τόσο της Πρωτοελλαδικής όσο και της Μυκηναϊκής κεραμικής. Σημαντική ήταν επίσης η συμβολή των ερευνών του στη διαπίστωση ότι η καταστροφή των ανακτόρων στα τέλη του 13ου αι. π.Χ. δεν προήλθε από ανθρώπινη επέμβαση αλλά σχετιζόταν με τις καταστροφικές επιπτώσεις της αυξημένης σεισμικής δραστηριότητας στο 12ο αι. π.Χ.
Στο χώρο της Κάτω Ακρόπολης εντοπίσθηκαν οικοδομικά συγκροτήματα που χρησιμοποιήθηκαν ως κατοικίες αλλά και χώροι που λειτούργησαν ως εργαστήρια, αποθήκες ή ιερά. Η οργάνωση του οικισμού της Κάτω Ακρόπολης παρουσιάζει έντονη διαφοροποίηση πριν και μετά το μεγάλο σεισμό. Τη θέση των οργανωμένων κατά μήκος μονοπατιών πυκνοδομημένων συγκροτημάτων της ΥΕΙΙΙΒ, μερικά από τα οποία ήταν διώροφα, καταλαμβάνουν στην ΥΕΙΙΙΓ ισόγεια σπίτια χωρίς κανονική διάταξη που εμφανίζονται μεμονωμένα σε μεγάλους ανοικτούς χώρους.
Την ίδια εποχή παρατηρείται μια διεύρυνση του οικισμού έξω από τα τείχη, γεγονός που σε συνδυασμό με την εγκατάλειψη μικρότερων θέσεων γύρω από την Τίρυνθα μπορεί να ερμηνευθεί ως κάποια διάθεση «συνοικισμού» στο άμεσο περιβάλλον των ισχυρών ακροπόλεων.
Μέσα στα «κυκλώπεια» τείχη εκτός από τα μεγαλόπρεπα κτίρια υποδοχής υπήρχαν κτιριακά συγκροτήματα που χρησίμευαν για διοικητικές και τελετουργικές λειτουργίες, για αποθήκευση αγαθών και εργαστήρια, ενώ ένας περιορισμένος αριθμός κτιρίων χρησιμοποιούνταν ως κατοικίες των μελών της άρχουσας τάξης. Το κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό σύστημα που αντικατοπτρίζουν τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι εύκολα αναγνώσιμο.
Μια αστική κοινωνία διαρθρώνεται γύρω από την έδρα του ηγεμόνα που ελέγχει μια μεγάλη έκταση με πλούσια γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή και ρυθμίζει τη διακίνηση των αγαθών και την παραγωγή αντικειμένων που προορίζονται για λατρευτική χρήση, εξαγωγή ή ανταλλαγή σε επίπεδο επισήμων.
Από τις πινακίδες της Γραμμικής Β΄ Γραφής, στις οποίες καταγράφονταν αρχειακά στοιχεία σχετικά με τη διακίνηση των αγαθών, μαθαίνουμε ότι όλη η παραγωγή της περιοχής δικαιοδοσίας του εκάστοτε ηγεμόνα συνέρεε στο ανάκτορο, όπου γινόταν απογραφή και στη συνέχεια ένα μέρος της μοιραζόταν στους δικαιούχους παραγωγούς κατά την κρίση του ηγεμόνα, ενώ το υπόλοιπο αποτελούσε αντικείμενο διαχείρισης της ανώτερης αστικής τάξης.
Το σύστημα αυτό της ανακατανομής των αγαθών είναι χαρακτηριστικό για τη μυκηναϊκή κοινωνία και αλληλένδετο με την εξωτερική μορφή των οικοδομικών συγκροτημάτων. Οι μυκηναϊκές οχυρώσεις και τα ανάκτορα είναι εργαλεία εντυπωσιασμού και επίδειξης δύναμης ενός ισχυρού πλουραλιστικού συστήματος.
Με την έναρξη της Πρώιμης εποχής του Σιδήρου (αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ.) ο οικισμός αστικού χαρακτήρα της μυκηναϊκής εποχής παίρνει τη μορφή νέων οικιστικών μονάδων που καταλαμβάνουν σε αραιή διάταξη το χώρο που κατείχε πριν η πόλη και περιβάλλονται από τα νεκροταφεία τους. Μια αργή πορεία από τον «Οίκο» στην «Πόλη» διαδέχεται την εποχή της μυκηναϊκής παντοδυναμίας.
Στα χρόνια αυτά η Τίρυνθα δεν εγκαταλείπεται, αλλά δεν αποκτά ποτέ ξανά την παλαιά της αίγλη. Το κτίριο που κατέλαβε το ανατολικό ήμισυ του μεγάλου μεγάρου της ΥΕΙΙΙΒ μετά τη μεγάλη καταστροφή και το οποίο είχε θεωρηθεί ως γεωμετρικός ναός, αποδείχθηκε από τις πρόσφατες έρευνες του Joseph Maran ότι χρονολογείται στην ΥΕΙΙΙΓ. Εάν αυτό συνέχισε να χρησιμοποιείται και στους αιώνες που ακολούθησαν ως χώρος λατρείας, στον οποίο αποτίθενται τα δεκάδες αφιερώματα που βρέθηκαν συγκεντρωμένα σε ένα λάκκο-αποθέτη, το λεγόμενο βόθρο, δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί. Τον 5ο αι. π.Χ. οι Τιρύνθιοι χάνουν την πολιτική τους αυτονομία και εξορίζονται από τους κατακτητές Αργείους.
Η αποκάλυψη με τις ανασκαφές ενός μνημείου που προστατεύτηκε για πολλούς αιώνες κάτω από το χώμα της εγκατάλειψης και η μακροχρόνια έκθεσή του χωρίς φροντίδα συντήρησης στις καιρικές συνθήκες και στη δράση των επισκεπτών, προξένησε σημαντικές φθορές στον αρχαιολογικό χώρο.
Με ενέργειες της Δ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, αρμόδιας περιφερειακής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού και την άμεση υποστήριξη της Περιφέρειας Πελοποννήσου, το μνημείο εντάχθηκε στα έργα που χρηματοδοτήθηκαν από το Β΄ και το Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Καθοριστική ήταν και η συμμετοχή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου που χρηματοδότησε την τελευταία δεκαετία τις μελέτες του Γερμανού αρχιτέκτονα Jan Martin Klessing που υλοποιήθηκαν στην Τίρυνθα. Στο διάστημα αυτό μεγάλος αριθμός συνεργατών (αρχαιολόγοι, σχεδιαστές, ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι εργάτες) συμμετείχε στο πρόγραμμα της αναβάθμισης ενός από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Αργολίδος που έχει ενταχθεί στον κατάλογο των μνημείων της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Ως υπεύθυνη του έργου αισθάνομαι την υποχρέωση να τους ευχαριστήσω δημόσια, γιατί ακούμπησαν με γνώση, τρυφερότητα και στοργή τα κατάλοιπα του ιστορικού μας παρελθόντος και τα σημάδεψαν και αυτοί, όπως οι αρχαίοι, για πάντα. Το μεγαλύτερο τμήμα της Μυκηναϊκής Ακρόπολης και του χώρου που την περιβάλλει παραδίδεται στο κοινό στο τέλος του 2005. Ελπίζουμε η ποιότητα των εργασιών και ο αντίκτυπος του αποτελέσματος στους επισκέπτες να λειτουργήσουν ως επιχείρημα για τη συνέχιση της χρηματοδότησης στο άμεσο μέλλον. Η διατήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Χώρας μας είναι ουσιαστική υποχρέωση όλων μας.


Γεώργιος Λαμπής – Αρχαία Τίρυνθα, Ιούλιος 2009.

ΑΡΧΑΙΑ ΤΙΡΥΝΘΑ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )




Γεώργιος Λαμπής – Αρχαία Τίρυνθα, Ιούλιος 2009.


Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

ΚΕΡΚΥΡΑ – ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΘΕΑΣ ΗΡΑΣ ΑΚΡΑΙΑΣ

Έστεκε από τον 7ο αιώνα στο σημερινό λόφο του «Μόν Ρεπό» και θεωρείτο το σπουδαιότερο αρχαϊκό δωρικό Ιερό το οποίο κατασκευάστηκε με την πρώτη εποίκηση των Κορινθίων, επιβλητικό με πήλινη στέγη όπως και εκείνα του Θέρμου και της Καλυδώνιας στην Αιτωλία.
Κατά τον 6ο αιώνα προστέθηκαν δύο μικρότεροι Ναοί, της Θεάς Αφροδίτης και του Θεού Ερμού και τειχίστηκε με περίβολο.
Το Ιερό κατεστράφη στα μέσα του 5ου αιώνα και κτίσθηκε μεγαλοπρεπέστερος, σε αυτόν κατέφυγαν δε ως ικέτες το έτος 427 οι ολιγαρχικοί Κερκυραίοι που όμως κατεσφάγησαν από τους δημοκρατικούς.
Η τελική καταστροφή πρέπει να έγινε από τον Αγρίππα, τον δε 1o Μ.Χ. αιώνα, τα μέλη του έχουν χρησιμοποιηθεί ως δομικό υλικό άλλων κτισμάτων.
Πολύ όμορφο μέρος με φοβερή θέα και θετική ενέργεια.
Το τοπίο για κάποιο λόγο σε ταξιδεύει αλλού, σε άλλες εποχές.
Όποιος πάει θα καταλάβει τι θέλω να πω.
Το μόνο κακό στην όλη περιοχή, είναι ότι έχει πολλά έντομα και πάρα μα πάρα πολλά κουνούπια, καλό θα είναι να φοράτε μακριά ρούχα για να αποφύγετε τυχών τσιμπήματα.

Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Ναός της Θεάς Ήρας Ακραίας στο Μόν Ρεπό, Ιούλιος 2009.

ΚΕΡΚΥΡΑ – ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΘΕΑΣ ΗΡΑΣ ΑΚΡΑΙΑΣ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )





Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Ναός της Θεάς Ήρας Ακραίας στο Μόν Ρεπό, Ιούλιος 2009.




ΚΕΡΚΥΡΑ - ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της πλατείας Σπιανάδα και αποτελεί ένα από τα εντυπωσιακότερα αξιοθέατα της Κέρκυρας.
Κτίστηκε το χρονικό διάστημα 1819 – 1813, επί του Άγγλου Αρμοστή Θωμά Μαίτλαντ.
Είναι αναμφισβήτητα το σπουδαιότερο μνημείο της Αγγλοκρατίας και ένα από τα πρώτα κτίρια νεοκλασικού ρυθμού που κτίστηκαν στην Ελλάδα.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι είναι το μεγαλύτερο ανάκτορο - μετά το παλάτι του Όθωνα δηλαδή τη σημερινή Βουλή των Ελλήνων.
Είναι κτισμένο από πέτρα Μάλτας. Η είσοδός του κοσμείται από περιστύλιο σε δωρικό ρυθμό που διακόπτεται από δυο μεγαλοπρεπής τοξωτές πύλες, του Αγίου Μιχαήλ στα δεξιά και του Αγίου Γεωργίου στα αριστερά.
Το κεντρικό τμήμα πάνω στο γείσο του κτιρίου υπάρχουν ανάγλυφες αλληγορικές παραστάσεις των επτά νησιών του Ιονίου.
Ο εσωτερικός διάκοσμος του κτιρίου κοσμείται από γλυπτά και ζωγραφικές παραστάσεις.
Τα περισσότερα γλυπτά είναι έργα του Κερκυραίου γλύπτη Προσαλέντη.
Το ανάκτορο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Άγγλου Αρμοστή και ως έδρα του τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, απ’ όπου πήρε και το όνομά του.
Επίσης, αποτέλεσε την έδρα της Ιονίου Γερουσίας. Μετά την ένωση των Επτανήσων χρησιμοποιήθηκε και ως θερινή κατοικία της βασιλικής οικογένειας.
Από το 1913 ως το 1993 στέγασε το μουσείο Σινοϊαπωνικής τέχνης.
Σήμερα στεγάζει το μουσείο Ασιατικής τέχνης, τη Δημοτική Βιβλιοθήκη και φιλοξενεί διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις και περιοδικές εκθέσεις.

ΚΕΡΚΥΡΑ - ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )










Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, Ιούλιος 2009.





Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009








Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009

ΚΕΡΚΥΡΑ – ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΒΙΔΟ

Η πρώτη ιστορική μαρτυρία που έχουμε για το ΒΙΔΟ (ορθότερα για το "ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΒΙΔΟ") είναι στους αρχαίους χρόνους από τον Θουκυδίδη σε κείμενα του οποίου αναφέρεται το νησί με το όνομα "ΠΤΥΧΙΑ" και "ΗΡΑΙΟΥ ΝΗΣΟΣ".
Πτυχία το αναφέρουν επίσης σε κείμενά τους ο Κλαύδιος και ο Πτολεμαίος.
Γράφει ο Θουκυδίδης στο Γ! βιβλίο του, ότι το 425 π.Χ. έξι χρόνια μετά την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου, οι ευγενείς Κερκυραίοι, που βρίσκονταν σε πόλεμο με τους λαϊκούς, με ορμητήριο την Ιστώνη, κυριαρχούσαν στη κερκυραϊκή ύπαιθρο. Οι λαϊκοί που κατείχαν την πόλη ήταν σύμμαχοι των Αθηναίων και με την υποστήριξή του Αθηναίου Ευρυμέδοντα, πολιόρκησαν την Ιστώνη και έφεραν τους ευγενείς σε δύσκολη θέση. Αυτοί προ της βεβαίας αιχμαλωσίας τους, προτίμησαν να παραδοθούν στον Ευρυμέδοντα, ο οποίος τους περιόρισε στο νησί Πτυχία (Βίδο) εγγυώμενος για την ασφάλειά τους.
Οι ευγενείς όμως επιβιβάστηκαν σε πλοίο με σκοπό να διαφύγουν στην Σικελία, ο Ευρυμέδων τους συνέλαβε, τους παρέδωσε στους λαϊκούς, οι οποίοι αφού τους προπηλάκισαν μέσα στους δρόμους της πόλης, τους επιφύλαξαν τέλος τραγικό.
Αυτή είναι η πρώτη επαφή του νησιού με την Ιστορία, τραγική όσο και ο εμφύλιος σπαραγμός που γνώρισε η Κέρκυρα, βυθισμένη στη δίνη του πελοποννησιακού πολέμου που ταλάνισε όλη την Ελλάδα.
Κατά το 80 Μ.Χ. επί Ρωμαίου αυτοκράτορα του Τίτου και άρχοντα της Κέρκυρας του Κερκιλλίνου οι Άγιοι Ιάσων και Σωσίπατρος κτίζουν στο ΒΙΔΟ την πρώτη Χριστιανική εκκλησία που την αφιέρωσαν στον πρωτομάρτυρα Aγιο Στέφανο.
Με ορμητήριο το ΒΙΔΟ και την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου εκχριστιανίζουν τους Κερκυραίους υφιστάμενοι τους διωγμούς του Κερκιλλίνου. Ο δεσμοφύλακάς τους Αντώνιος που ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό, είναι ο πρώτος μάρτυρας της χριστιανοσύνης στην Κέρκυρα. Το σώμα του ενταφιάσθηκε μέσα στον ναό του Αγίου Στεφάνου.
Στα επόμενα χρόνια το νησί γίνεται γνωστό σαν Άγιος Στέφανος. Η ιδιοκτησία του παραχωρείται σε πλούσιες οικογένειες και αποτελεί κυρίως θερινό θέρετρο και πλούσιο κυνηγότοπο. Είναι κατάφυτο και δίνει την εντύπωση "δάσους πλέοντος εντός υδάτων" κατά τον Μάρμορα.
Μετά την επιδρομή των Γότθων του Τωτίλα το 550 Μ.Χ. και την τέλεια καταστροφή της αρχαίας πόλης της Κέρκυρας, της Παλαιόπολης, η νέα πόλη κτίζεται στη σημερινή της θέση.
Το ΒΙΔΟ δεσπόζει της βόρειας πλευράς της και εξ αυτού αναδεικνύεται η στρατηγική του σημασία για την άμυνα της νέας πόλης.
Με την ονομασία Άγιος Στέφανος αναφέρεται το νησί μεταξύ των φέουδων που παραχωρήθηκαν από τον Κάρολο Γ! τον Δυρραχηνό μετά την κατάληψη της Κέρκυρας το 1332 Μ.Χ.
Έτσι το 1383 Μ.Χ. κύριος του νησιού είναι ο Θεόδωρος Σκαλίτης μετά τον θάνατο του οποίου περιέρχεται στον Πέτρο Μαλιπιέρι και εκ κληρονομιάς στον γιο του GUIDO MALIPIERI, από όπου το νησί πήρε το όνομα ΒΙΔΟ, παραφθορά του GUIDO. Γι' αυτό το λόγο το ορθό είναι να ονομάζεται ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΒΙΔΟ ή απλά ΤΟ ΒΙΔΟ (αυτή την ονομασία χρησιμοποιούν άλλωστε, οι Κερκυραίοι ψαράδες που ανέκαθεν το επισκέπτονταν) και όχι "Ο ΒΙΔΟΣ" όπως λανθασμένα αρκετοί τα τελευταία χρόνια το ονομάζουν.
Το 1537 Μ.Χ. οι Τούρκοι με τον Χαϊδερίν Βαρβαρόσα πολιορκούν την Κέρκυρα. Στήνουν στο ΒΙΔΟ πυροβόλο των 50 λίτρων, το οποίο μέσα σε 3 μέρες έβαλε μόνο 19 φορές κατά του Παλαιού Φρουρίου και μόνο 5 βολές βρήκαν στόχο.
Μεγάλη αποτυχία, όπως και η όλη πολιορκία της Κέρκυρας.
Παρ' όλη την προηγούμενη εμπειρία, και δεδομένης της μεγάλης σημασίας ελέγχου του νησιού για την άμυνα της πόλης, οι Ενετοί δεν το οχύρωσαν.
Έτσι και στην πολιορκία της Κέρκυρας το 1716 βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των τούρκικων πυροβόλων. Δεν ήταν βέβαια αρκετό γι' αυτούς. Οι Ενετοί υπό τον Σχόλεμβουργ και οι Κερκυραίοι με την προστασία του θαυματουργού Αγίου Σπυρίδωνος απέκρουσαν και αυτή την επίθεση των Τούρκων.
Οι δημοκρατικοί όμως Γάλλοι του Βοναπάρτη το 1797 υπό τον Στρατηγό Σαμπώ αναθέτουν την διοίκηση του ΒΙΔΟ στον Στρατηγό Πιβερόν.
Αυτός κατεδαφίζει την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου, οχυρώνει πρόχειρα το νησί, και το μετονομάζει σε "Νησί της Ειρήνης". Για λόγους στρατιωτικούς αποψιλώνει το νησί από κάθε μορφής βλάστηση. Κατασκευάζει στο κέντρο του νησιού 40 πρόχειρες θέσεις πυροβόλων και στο Ν.Δ. άκρο του νησιού θέσεις 4 παράκτιων πυροβόλων που υποστήριζαν το Νέο Φρούριο, οι οποίες σώζονται ακόμη.
Είναι οι γνωστές "κανονιέρες". Πολύ σύντομα το 1799 δέχονται την επίθεση των Ρωσσοτούρκων υπό τους Ουσακώφ και Κατήρβεη.
Οι Γάλλοι αμύνονται σθεναρά. Το ΒΙΔΟ με την συνεργασία του υπέροχου πολεμικού πλοίου των Γάλλων ΓΕΝΝΑΙΟΣ, του μόνου που επιχειρεί κατά του στόλου των επιτιθέμενων και πάντα με επιτυχία, ελέγχει και διαφυλάττει την βόρεια πλευρά του Παλιού και του Νέου Φρουρίου.
Η πολιορκία όμως συνεχίζεται, και για να αντιμετωπισθεί η έλλειψη τροφίμων, οι Γάλλοι στρατιώτες κυνηγούν ποντίκια που αφθονούν στο νησί και τα πουλάνε στους πεινασμένους κάτοικους της πόλης. Όταν το πολεμικό ΓΕΝΝΑΙΟΣ παίρνει την εντολή να πλεύσει για Αγκώνα προς αναζήτηση ενισχύσεων, που ποτέ δεν φάνηκαν, το ΒΙΔΟ χάνει τον συνεργάτη και φύλακά του. 2000 Τούρκοι και 1500 Ρώσοι την 1η Μαρτίου 1799 μετά τα πυρά των 800 πυροβόλων του στόλου των, αποβιβάζονται στο νησί.
Από τους 400 Γάλλους του Πιβερόν μόνο οι 50 σώθηκαν. Όσο και να προσπάθησαν οι Ρώσοι να προστατέψουν τους αιχμάλωτους (μερικές φορές τους εξαγόραζαν πάνω στη μάχη με τα προσωπικά τους ο καθένας χρήματα) οι Τούρκοι τους κατέσφαξαν. Πλημμύρισαν οι πλαγιές του ΒΙΔΟ στο αίμα.
Οι Τούρκοι συνέλεγαν κεφάλια για να πάρουν τα χρήματα που τους υποσχέθηκε ο Κατήρβεης. Γέμισε το Βίδο αποκεφαλισμένα πτώματα. Μετά την πτώση του Βίδο και των άλλων εκτός της πόλης οχυρών οι Γάλλοι παραδόθηκαν.
Την εποχή εκείνη το ΒΙΔΟ ήταν ιδιοκτησία της οικογένειας Κόρνερ η οποία το μεταβίβασε στους Πιέρρη. Στην εκκλησία της οικογένειάς τους στους Κουραμάδες διασώζουν τις εικόνες του Αγ. Στεφάνου μέχρι σήμερα.
Το 1808 επί αυτοκρατορικών Γάλλων ο στρατηγός Δονζελότ οχυρώνει περαιτέρω το ΒΙΔΟ αλλά και πάλι κόβει τα δένδρα του για τις ανάγκες των τριών φρουρίων που κατασκευάζει. Το φρούριο Αλέξανδρος προς βορά, που σήμερα είναι γνωστό ως Ρώσικο, το φρούριο Αγ. Γεώργιος στη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού και το φρούριο Μ. Ναπολέοντος στη νοτιοδυτική, που αργότερα ονομάσθηκε φρούριο Σχούλεμβουργ.
Το 1825 οι Άγγλοι προχωρούν σε νέες οχυρώσεις στις ίδιες θέσεις που επέλεξε και ο Δονζελότ σύμφωνα με τις σύγχρονες οχυρωματικές τεχνικές.
Έτσι τα 3 φρούρια του Δονζελότ βελτιώνονται με ισχυρές επάλξεις, προμαχώνες, υδατοδεξαμενές, με αποτέλεσμα να καταστεί το ΒΙΔΟ ισχυρό φρούριο στήριξης της Αγγλικής παρουσίας σε αυτό το τμήμα της Μεσογείου. Μεγάλο τεχνικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν σήμερα οι υδατοδεξαμενές του ΒΙΔΟ που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα.
Με την συμφωνία για την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, τα φρούρια της Κέρκυρας έπρεπε να κατεδαφισθούν. Η αντίδραση των Κερκυραίων αλλά και η διπλωματική δραστηριότητα του Χ. Τρικούπη έσωσαν ως ένα βαθμό το Παλαιό και το Νέο Φρούριο όχι όμως και το φρούριο του ΒΙΔΟ.
Στις 14.11.1863 οι Άγγλοι το ανατινάζουν. Οι Κερκυραίοι παρακολουθούσαν από τις παραλίες της πόλης. Η έκρηξη ήταν σφοδρότατη. Πέτρες εκτινάχθηκαν μέχρι το προάστιο Μαντούκι. Η αρχική λύπη των Κερκυραίων για το γκρέμισμα των φρουρίων μετατράπηκε σε οργή κατά των Άγγλων και ουρανομήκης ακούστηκε η κραυγή "ΖΗΤΩ Η ΕΝΩΣΗ".
Το 1898 στο ΒΙΔΟ ιδρύεται κρατικός γεωργικός σταθμός χωρίς καλά αποτελέσματα για τους Κερκυραίους αγρότες. Την εποχή αυτή δενδροφυτεύθηκε η δυτική ακτή του με πεύκα.
Το 1912 ο γεωργικός σταθμός μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα και το ΒΙΔΟ νοικιάστηκε σε τρεις επιχειρηματίες οι οποίοι έφτιαξαν οργανωμένα λουτρά και κέντρο αναψυχής.
Αυτό διήρκεσε μέχρι το 1916 οπότε το ΒΙΔΟ μετατράπηκε σε "ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ". Το Δεκέμβρη του 1916 150000 Σέρβοι στρατιώτες διασχίζουν Σερβία και Αλβανία και φθάνουν στην Κέρκυρα.
Οι περισσότεροι εγκαθίστανται στο ΒΙΔΟ. Οι κακουχίες και οι κακές συνθήκες υγιεινής φέρνουν την πανούκλα και αποδεκατίζονται.
Το ΒΙΔΟ φιλοξενεί στα χώματά του τριάντα χιλιάδες Σέρβων στρατιωτών! Στην ανατολική πλευρά του σε χώρο 2500 τ.μ. που παραχώρησε η ελληνική κυβέρνηση, ορθώνεται από το 1939 το Μαυσωλείο των κυνηγημένων Σέρβων εκείνης της εποχής. Από τότε οι δεσμοί των Σέρβων με τους Κερκυραίους γίνονται πολύ στενοί, άρρηκτοι.
Επειδή το νησί του ΒΙΔΟ γέμισε σύντομα από τάφους, πετούσαν τα πτώματα μέσα στην παγωμένη θάλασσα στα ανοιχτά του νησιού, η οποία ονομάστηκε στα σέρβικα << πλαβα γκρομνιτσα >> δηλαδή ( γαλάζιος τάφος ).
Το σέρβικο μαυσωλείο επισκέπτονται και προσκυνούν κάθε χρόνο χιλιάδες Σέρβοι από όλο τον κόσμο.
Ειδικά για τους Σέρβους, το νησί αυτό αποτελεί κομβικό σημείο στην ιερή γεωγραφία τους, ένας τόπος θυσίας άλλα και προσκυνήματος.
Το 1918 μέχρι το 1925 το ΒΙΔΟ έγινε παράρτημα της εγκληματικής φυλακής της Κέρκυρας.
Μετά το 1925 ιδρύθηκε αγροτική φυλακή. Το 1929 πάνω στα θεμέλια του Ι.Ν. Αγ. Στεφάνου που ούτε Γάλλοι ούτε Άγγλοι μπόρεσαν να εξαφανίσουν κτίσθηκε ο νέος Ι.Ν. του Αγ. Στεφάνου από τον Μητροπολίτη Κέρκυρας και αργότερα Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα.
Το 1940 τα Γερμανοϊταλικά στρατεύματα κατοχής χρησιμοποίησαν τις εγκαταστάσεις ως δεσμωτήρια. Την 10η Οκτωβρίου 1944 κατά την αποχώρησή των κατέστρεψαν τον Ι.Ν. του Αγ. Στεφάνου.
Την περίοδο του εμφυλίου χρησιμοποιείται ως χώρος κράτησης πολιτικών κρατουμένων.
Ο Χρόνης Μίσσιος στο βιβλίο του "Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς" περιγράφει αυτή την μελανή περίοδο.
Από το 1948 - 1976 ιδρύθηκε σωφρονιστικό κατάστημα ανηλίκων το οποίο λειτούργησε με πολλά προβλήματα.
Στις 23.7.1976 παραχωρείται το ΒΙΔΟ στον Ε.Ο.Τ. Οι Κερκυραίοι αντιδρούν στην κυβερνητική πρόθεση για παραχώρησή του σε Άραβες επιχειρηματίες, και την 30.5.1985 κύριος γίνεται ο Δήμος Κερκυραίων.
Το 1981 και το 1984 αλλά και παλαιότερα ο Δήμος Κερκυραίων συνέστησε 2 επιτροπές και το 1987 και το 1990 η ΑΝΕΔΚ αναθέτει την εκπόνηση 2 μελετών για την αξιοποίηση του ΒΙΔΟ.
Όλοι συμφωνούν να γίνει κέντρο νεότητας πολιτισμού αθλητισμού και αναψυχής.
Έτσι λειτουργούν από το 1986 οι "Διεθνείς Δημοτικές Κατασκηνώσεις" με μεγάλη επιτυχία. Τα τελευταία χρόνια το ΒΙΔΟ αποτελεί προτεραιότητα της Δημοτικής Αρχής και της ΑΝΕΔΚ πράγμα που γίνεται φανερό από τα πολλά έργα και τις επεμβάσεις που εκτελούνται στο νησί.
Το ΒΙΔΟ διάγει την ειρηνική του περίοδο που ευχόμαστε να διαρκέσει για πάντα. Αξιοσημείωτο πως από τις πρώτες επεμβάσεις του Δήμου στο ΒΙΔΟ ήταν η αποκατάσταση του Ι.Ν. του Αγ. Στεφάνου.
Η ρίζα του Χριστιανισμού στην Κέρκυρα που αρπάχθηκε στα βράχια της Πτυχίας, της Ηραίου Νήσου, του Αγ. Στεφάνου, του Νησιού του Γκουΐντο, του Νησιού της Ειρήνης, του Νησιού του Θανάτου, του ΒΙΔΟ και όχι του Βίδου κατά το 80 Μ.Χ. ζει και θα ζει σε πείσμα όλων των κατακτητών που πέρασαν, αλλά απλώς πέρασαν και χάθηκαν.
Αυτό που ήθελα να πω είναι, ότι θρύλοι λένε ότι το νησί του ΒΙΔΟ συνδέετε με υποθαλάσσιες στοές με το παλιό φρούριο της Κέρκυρας.

Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Το νησί του ΒΙΔΟ, Ιούλιος 2009.

ΚΕΡΚΥΡΑ – ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΒΙΔΟ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )









Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Το νησί του ΒΙΔΟ, Ιούλιος 2009.


Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2009

ΑΡΧΑΙΑ ΦΑΙΣΤΟΣ


ΜΥΚΗΝΑΙ


ΑΡΧΑΙΑ ΛΙΝΔΟΣ


ΚΝΩΣΣΟΣ


ΑΡΧΑΙΑ ΔΗΛΟΣ


ΔΕΛΦΟΙ


ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟΝ ΚΩΣ


ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΑΘΗΝΩΝ


ΑΡΧΑΙΑ ΠΟΛΗ ΡΟΔΟΥ


ΑΡΧΑΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΗΣ


ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ


Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009

ΑΡΧΑΙΑ ΚΟΡΙΝΘΟΣ


ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ


ΚΕΡΚΥΡΑ – ΠΑΛΑΙΟ ΦΡΟΥΡΙΟ

Το παλαιό φρούριο δεσπόζει στην ανατολική πλευρά της πόλης της Κέρκυρας.
Αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό μνημείο της και συνδέεται με τις σημαντικότερες φάσεις της ιστορίας της κατά την βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο.
Είναι χτισμένο σε μια φυσικά οχυρή θέση, η οποία κατά τον 15ο αιώνα, εποχή βενετοκρατίας στην Κέρκυρα, μετατράπηκε για λόγους αμυντικούς από χερσόνησο σε νησί με την κατασκευή τάφρου.
Στα τέλη του 14ου αιώνα η Κέρκυρα προσαρτήθηκε στην δημοκρατία της Βενετίας, για την οποία αποτελούσε στρατιωτική βάση στον άξονα της Αδριατικής με καθοριστική σημασία για το εμπόριο της στην ανατολική μεσόγειο. Στην αμυντική πολίτικη που εφάρμοσαν οι Βενετοί στο διάστημα της κυριαρχίας τους στο νησί ( 1386 – 1797 ) οφείλεται κυρίως η οχυρωματική διαμόρφωση του παλαιού φρουρίου, όπως αυτή σώζεται σήμερα.
Ο δικόρυφος βράχος του φρούριου οχυρώθηκε αρχικά στην μεσοβυζαντινή περίοδο, όταν η Κέρκυρα ανήκε στην βυζαντινή αυτοκρατορία.
Στην προστατευμένη αυτή θέση είχε δημιουργηθεί σταδιακά, ήδη από τον 6ο αιώνα, η βυζαντινή πόλη της Κέρκυρας, που πήρε την ονομασία << Κορυφώ >>.
Οι κυρίαρχοι του νησιού κατά τον 13ο και 14ο αιώνα – το δεσποτάτο της ηπείρου από το 1214 έως το 1267 και το βασίλειο των δυο σκελιών από το 1267 έως το 1386 – διατήρησαν και συμπλήρωσαν τη βυζαντινή οχύρωση του φρούριου, την οποία όμως οι Βενετοί αντικατέστησαν με νέα και ισχυρότερη, ικανή να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες που επέβαλε η χρήση του πυροβολικού από τα μέσα του 15ου αιώνα.
Τα σημαντικότερα αμυντικά έργα έγιναν μέχρι και το 16ο αιώνα.: η κατασκευή της μεγάλης ένυδρης τάφρου ( contrafossa ) και του μετώπου των δυο ισχυρών προμαχώνων στη δυτική πλευρά, με την κεντρική πύλη ενδιάμεσα, η περιμετρική οχύρωση ( θαλάσσια τείχη ), η περιτείχιση των κορυφών και η κατασκευή σε αυτές νέων πύργων – πύργος ξηράς και πύργος θαλάσσης, η δημιουργία λιμανιού στη βορινή πλευρά του οχυρού ( Μανδράκι ), καθώς και η διαμόρφωση ενός ελεύθερου από οικοδομήματα αμυντικού πεδίου μπροστά από την τάφρο ( Σπιανάδα ).
Τα έργα, ιδιαίτερα αυτά του 16ου αιώνα, σχεδιάστηκαν από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της Βενετίας, όπως ήταν ο Michele Sanmicheli.
Από το 1500 περίπου η οχυρωμένη νησίδα χρησιμοποιείται κυρίως ως στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο.
Η συρρικνωμένη πόλη που είχε αναπτυχθεί σε αυτή θα υποκατασταθεί βαθμηδόν από το προάστιο ( Μπόργο ) έκτος του φρούριου, που θα εξελιχθεί στη νεότερη πόλη και μέχρι τον 17ο αιώνα θα ολοκληρωθεί η περιτείχιση της.
Το φρούριο έμεινε απόρθητο κατά τη μεγάλη πολιορκία της Κέρκυρας από του Οθωμανούς το 1537, που επιχείρησαν αρκετές φορές ( 1571, 1573 και 1716 ), άλλα χωρίς αποτέλεσμα, να κατακτήσουν το νησί.
Την περίοδο της αγγλικής προστασίας ( 1815 – 1864 ) έγιναν στο παλαιό φρούριο ορισμένα νέα αμυντικά έργα, που δεν άλλαξαν όμως την μορφή του.
Το 1864 ( ένωση του νησιού με την υπόλοιπη Ελλάδα ) το φρούριο, όπως και οι άλλες οχυρώσεις της πόλης, αφοπλίστηκε.
Τα περισσότερα από τα κτίσματα της εποχής της βενετοκρατίας καταστράφηκαν επί αγγλικής προστασίας και κυρίως κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όταν περάσουμε την γέφυρα της πρώτης τάφρου, και αφού διασχίσουμε τη δεύτερη τάφρο βγαίνουμε στην πρώτη εσωτερική αυλή του Φρουρίου. Η πλάκα στον τοίχο που βρίσκεται απέναντί μας καθώς μπαίνουμε στην αυλή, μνημονεύει την ένωση των Ιονίων Νήσων με την Ελλάδα το 1864. Από εδώ τα σκαλοπάτια οδηγούν σε μία σήραγγα η οποία φτάνει στην καρδιά της οχυρωμένης πόλης. Το νησί απέναντι από το Φρούριο λέγεται Βίδο.
Στη βορινή μεριά του Φρουρίου δημιουργήθηκε ένα μικρό τεχνητό λιμάνι, ενώ βορειότερα σχηματίζεται ένας φυσικό κόλπος, που χρησίμευε σαν λιμάνι.
Η είσοδος του Παλιού Φρουρίου βρίσκεται σχεδόν απέναντι από το Λιστόν.
Οι οχυρώσεις είναι ένα αριστούργημα της στρατιωτικής αρχιτεκτονικής τέχνης και αξίζει να επισκεφθεί κανείς το Φρούριο για αυτό και για τη θέα που προσφέρει.
Μπροστά από το Φρούριο βρίσκεται το άγαλμα του στρατηγού Σχολεμβούργου που υπερασπίστηκε την Κέρκυρα ενάντια των Τούρκων.
Μέσα στο Φρούριο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου το οποίο το κατασκεύασαν οι Βρετανοί το 1840.
Πριν από τη βενετική κατάκτηση υπήρχαν στο νησί τρία ακόμη φρούρια: της Κασσιόπης στο βόρειο μέρος, το Αγγελόκαστρο στο δυτικό και το Γαρδίκι στο νότιο. Το φρούριο της Κασσιόπης υπήρχε ήδη από τους ρωμαϊκούς χρόνους και ενισχύθηκε κατά τη βυζαντινή περίοδο.
Τα άλλα χτίστηκαν από βυζαντινούς αυτοκράτορες μάλλον τον 12ο αιώνα. 'Έννοια όμως προστασίας όλου του πληθυσμού της υπαίθρου, που έμενε σε χωριά ανοχύρωτα, δεν υπήρχε στην ίδρυση των φρουρίων αυτών, αλλά κυρίως προστασίας της φρουράς.
Αυτό το ρόλο είχε το «Παλιό Φρούριο» και γι’ αυτό ενισχύθηκε τόσο πολύ από τους Ενετούς.
Η Κερκυραϊκή Σύγκλητος φοβούμενη από τους Τούρκους ζήτησε τη βοήθεια της Βενετίας. Πρώτο τους μέλημα ήταν το φτιάξιμο του Φρουρίου. Για να φτιάξουν τα τείχη βοήθησαν όλοι οι Κερκυραίοι και τους έβαλαν και φόρο.
Στο κάστρο ζούσαν μόνο στρατιώτες και η Κορυφώ υπήρχε έξω από το φρούριο.
Ο προμαχώνας είχε λιμάνι που δεν μπορούσε να το αντιληφθεί ο εχθρός κι έτσι εφοδίασε όλο το κάστρο.
Για να τελειώσουν τα τείχη, επειδή δεν έφτασαν οι πέτρες, πήραν από τη Χερσούπολη, από την Αρχαία Κέρκυρα, από τα Αρχαία ιερά και από το κάστρο της Κασσιόπης.
Οι τελευταίες πινελιές στη μορφή που έχει σήμερα το Φρούριο δόθηκαν την εποχή της Αγγλικής προστασίας.
Οι Βρετανοί έκαναν μια συντήρηση των τειχών και έχτισαν μέσα στο φρούριο νοσοκομείο, στρατώνα και διάφορα άλλα κτίρια που τα βλέπουμε σήμερα.
Παρότι κανένας στρατός δεν μπόρεσε ποτέ να το καταλάβει, πάνω του κυμάτισαν πολλές σημαίες αποτέλεσμα των αλλαγών στην Ευρώπη. Ανδυγαβοί, Βυζαντινοί, Ενετοί, Γάλλοι, Ρώσοι, Άγγλοι, Έλληνες, Ιταλοί, Γερμανοί το παρέλαβαν ή το παρέδωσαν με τη σειρά τους. Όλοι άφησαν εδώ το σημάδι τους, Ένα κτίριο, έναν προμαχώνα, μια εκκλησία, ένα έργο κάνοντας το Παλαιό Φρούριο ένα πραγματικό αριστούργημα της στρατιωτικής αρχιτεκτονικής παλαιότερων χρόνων στολισμένο με κτίρια που φτάνουν τα τέλη του 19ου αιώνα .


Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Παλαιό Φρούριο, Ιούλιος 2009.


ΚΕΡΚΥΡΑ – ΠΑΛΑΙΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ( ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ )







Γεώργιος Λαμπής – Κέρκυρα, Παλαιό Φρούριο, Ιούλιος 2009.