Παρασκευή 22 Μαΐου 2009

Το Κάστρο Της Ναυπάκτου



Το Κάστρο της Ναυπάκτου είναι το μοναδικό στην Ευρώπη με πέντε αμυντικές ζώνες που εκτείνονται από το λιμάνι της πόλης μέχρι την κορυφή του λόφου σε υψόμετρο 200μ. Θεωρείται ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα κάστρα της Ελλάδας και χτίστηκε από τους Ενετούς τον 15ο αιώνα πάνω στα ερείπια αρχαίας ακρόπολης.
Το Κάστρο της Ναυπάκτου καταλαμβάνει τη θέση της αρχαίας ακρόπολης.
Το 553 Μ.Χ. η Ναύπακτος καταστράφηκε από σεισμό. Από τον 8ο Μ.Χ. αιώνα έγινε πρωτεύουσα του Ε' θέματος. Ως το 1204 βρισκόταν υπό την βυζαντινή κυριαρχία.
Το 1204 παραχωρήθηκε στους Ενετούς. Το 1210 ο Μιχαήλ Άγγελος Κομνηνός την περιέλαβε στις κτήσεις του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Το 1294 περιήλθε στο Φίλιππο Ανδηγαυό και το 1360 καταλήφθηκε από τον Αλβανό ηγεμόνα Γκίνο Μπούα Σπάτα. Από το 1407 έως το 1499 διήρκεσε η Α' Ενετοκρατία ενώ ως το 1687 ήταν υπό Τουρκική κυριαρχία.
Από το 1687 έως το 1699 ήταν η περίοδος της Β' Ενετοκρατίας για να ακολουθήσει η Τουρκική κατάκτηση ως το 1829.
Οι οχυρώσεις της Ναυπάκτου παρουσιάζουν διαδοχικές κατασκευαστικές φάσεις από την αρχαιότητα ως την Τουρκοκρατία. Δύο βραχίονες που ακολουθούν την κλίση του εδάφους, κατεβαίνουν από την κορυφή του λόφου, ο ένας ανατολικά και ο άλλος δυτικά και κοντά στη θάλασσα κάμπτονται και κλείνουν την είσοδο του λιμανιού. Τέσσερα εγκάρσια τείχη ενώνουν τους δύο αυτούς βραχίονες και σχηματίζουν πέντε διαζώματα.
Η οχύρωση ενισχύεται με πύργους κυκλικούς και τετράγωνους.

Ιστορική Αναδρομή Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου

Το ταξίδι της Ναυπάκτου στην Ιστορία ξεκινά, επίσημα, το 1104 π.Χ., όταν οι Δωριείς καταφθάνουν στη Ναύπακτο και κατασκευάζουν πλοία
(ναυς+πήγνυμι = κατασκευάζω πλοίο), για να περάσουν απέναντι, στην Πελοπόννησο.
Χάρη στη γεωγραφική της θέση, καθώς ήλεγχε την είσοδο του Κορινθιακού κόλπου, βρισκόταν πάντα στο επίκεντρο της προσοχής των δυνατών κάθε εποχής. Για τον λόγο αυτό, το 454 π.Χ., οι Αθηναίοι, με αρχηγό τον ναύαρχο Τολμίδη, καταλαμβάνουν τη Ναύπακτο και εγκαθιστούν στην πόλη τους συμμάχους τους Μεσσήνιους.
Οι Μεσσήνιοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ναύπακτο μετά την ήττα των Αθηναίων στους Αιγός ποταμούς. Πολλοί ήταν εκείνοι που είχαν τη διαχείριση της Ναυπάκτου κατά την μακραίωνη ιστορία της, όπως οι Αθηναίοι, οι Αχαιοί, οι Θηβαίοι, οι Μακεδόνες, ενώ, λόγω της σπουδαίας στρατηγικής της θέσης, αποτέλεσε, για κάποια περίοδο, την πρώτη πόλη της Αιτωλικής Συμπολιτείας, τόπο συγκέντρωσης των αντιπροσώπων των πόλεων που αποτελούσαν την Συμπολιτεία.
Σημαντικό σημείο στην πορεία της ιστορίας της είναι το έτος 217 π.Χ., όταν, στα Κοίλα της Ναυπάκτου, πραγματοποιήθηκε συνέδριο ειρήνης και κάλεσμα ενότητας, και ακούστηκε ο λόγος του Αγέλαου, που προειδοποιούσε για τη θύελλα που ερχόταν από τη Δύση.
Η Ναύπακτος, τελικά, τέθηκε υπό την κατοχή των Ρωμαίων. Στους μεταχριστιανικούς αιώνες, πολλοί βάρβαροι, όπως Ούννοι, Σλάβοι, Βούλγαροι, Σαρακηνοί, λεηλατούν την περιοχή της Ναυπάκτου, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην αφάνεια και τον οικονομικό μαρασμό. Το 1210, η πόλη προσαρτάται στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, οπότε και αρχίζει η ανάπτυξή της.
Το 1407, η Ναύπακτος κυριεύεται από τους Ενετούς και παραμένει στην κατοχή τους για 92 χρόνια. Το χρονικό αυτό διάστημα, στην πόλη κατασκευάζονται νέα κτίρια, εμπορικοί σταθμοί, αποθήκες, ενώ το κάστρο συντηρείται, ενισχύεται, και αποκτά την σημερινή του μορφή. Είναι το μοναδικό κάστρο στην Ευρώπη με πέντε αμυντικά διαζώματα, πέντε αμυντικές ζώνες, δηλαδή. Το 1499, η πόλη περιέρχεται στα χέρια των Οθωμανών.
Ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β΄, θέλοντας να εξασφαλίσει την είσοδο του Κορινθιακού από ενδεχόμενη δυτική επίθεση, έχτισε τα δύο κάστρα του Ρίου και του Αντιρρίου, τα «Μικρά Δαρδανέλλια».
Σταθμός στην ιστορία της Ναυπάκτου είναι το έτος 1571. Στην θαλάσσια περιοχή, που τότε ήταν γνωστή ως «Κόλπος της Ναυπάκτου», διεξάγεται μια από τις μεγαλύτερες ναυμαχίες της παγκόσμιας ναυτικής ιστορίας, η «Ναυμαχία της Ναυπάκτου».
Η γρήγορη κατάκτηση των ελεύθερων περιοχών της Μεσογείου από τους Οθωμανούς άρχισε να δημιουργεί προβλήματα στους Χριστιανούς ηγεμόνες. Μπροστά στο θανάσιμο κίνδυνο που παρουσιαζόταν για τη Δύση, τα ναυτικά κράτη της Βενετίας, της Ισπανίας, του Βατικανού , της Μάλτας ένωσαν τους στόλους τους και με τις ευλογίες του Πάπα Πίου του Ε΄, ετοιμάστηκαν να αντιμετωπίσουν τον Οθωμανικό στόλο. Οι δύο στόλοι συναντήθηκαν, στις 7 Οκτωβρίου 1571, στον Κόλπο της Ναυπάκτου.
Οι δυνάμεις του Χριστιανικού στόλου κέρδισαν μια από τις μεγαλύτερες νίκες κατά των Οθωμανών. Το 1699 πραγματοποιήθηκε ανακατάληψη της Ναυπάκτου από τους Οθωμανούς και η πόλη αρχίζει να παρακμάζει. Η Ναύπακτος ελευθερώνεται το 1829 από τον Αυγουστίνο Καποδίστρια, τον αδελφό του Κυβερνήτη Ιωάννη.
Η Ναύπακτος, όμως, πέρα από τη ανέγγιχτη ιστορία της, είναι μια πόλη πολιτισμός.
Είναι γαλάζιο, είναι πράσινο, είναι ήλιος. Κάνοντας έναν περίπατο στο βενετσιάνικο κάστρο της, φτάνοντας μέχρι το γραφικό της λιμάνι και περνώντας από το Ασκληπιείο, το Ρολόι, τον Πύργο του Μπότσαρη, την Οικεία Τζαβέλλα, έχεις τη δυνατότητα να ανακαλύψεις τα χνάρια των Βυζαντινών, των Ενετών, των Οθωμανών και όλων των λαών που πέρασαν από τη Ναύπακτο.
Η Ναύπακτος, τιμώντας το παρελθόν της και σεβόμενη τους προγόνους της, πραγματοποιεί κάθε χρόνο μια σειρά από εκδηλώσεις, για να κρατήσει ζωντανή στη μνήμη των πολιτών της την ιστορία και τον πολιτισμό της.



Γεώργιος Λαμπής - Ναύπακτος, Σεπτέμβριος 2002

ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ



Όπως είναι γνωστό, κατά την βυζαντινή εποχή διατηρείτο στρατός μισθοφόρων, πρόθημα πήγαιναν να υπηρετήσουν στον στρατό διότι και καλό μισθό έπαιρναν και καλά περνούσαν.
Υπάρχουν αρκετές πληροφορίες, πως υπήρχε νόμος ότι χρήματα για την πληρωμή των μισθοφόρων κατέβαλαν στο κράτος και όσοι δεν ήθελαν να πάνε να υπηρετήσουν και να πολεμήσουν.
Στα σύνορα της Μεσσηνίας και Αρκαδία, στην αρχαία Μέλπεια κατά τους γέρους της περιοχής, ζούσε μια οικογένεια χριστιανών που την αποτελούσαν το ζεύγος των γονέων και τα τρία κορίτσια τους. Επρόκειτο για μια πολύ φτωχή οικογένεια, που κάποτε έπρεπε να ανταποκριθεί και αυτή στον νόμο και να στείλει χρήματα στο κράτος για τον στρατό που διατηρούσε η μονή της περιοχής, δηλαδή ότι χρειάζονταν για έναν μισθοφόρο. Η αγωνία της φτωχής οικογένειας με τα τρία κορίτσια ήταν μεγάλη, διότι δεν είχε τα χρήματα.
Από την δύσκολη θέση τους έβγαλε η Θεοδώρα, η μεσαία κόρη, μια κοπέλα ωραία, με παράστημα και αρετές. Πρότεινε λοιπόν στον πατέρα της να αναλάβει αυτή να παρουσιαστεί στο στρατό του μοναστηριού σαν Θοδωρής. Οι γονείς τις κατατρόμαξαν στην ιδέα λέγοντας τις πως είναι δύσκολο να ξεγελάσει ολόκληρο στρατό και πως η ζωή των στρατιωτών είναι πολύ σκληρή.
Η κοπέλα όμως ήταν αποφασισμένη.
Έφεραν αντίσταση και η μάνα και οι αδελφές τις,το δυνατό όμως φρόνημα της Θεοδώρας, η σταθερότητα τις, η ανάγκη για τα χρήματα που έπρεπε να πληρώσουν και δεν είχαν και ο περιορισμένος χρόνος έκαμψαν τις αντιστάσεις της οικογένειας.
Την αποχαιρέτησαν λοιπόν την Θεοδώρα μια μέρα σαν Θοδωρή και διέδωσαν ότι η κόρη τους ξενιτεύτηκε.
Η κόρη που έφυγε δεν ανησυχούσε καθόλου.
Πίστευε πολύ στην Παναγία και στηρίζονταν με εμπιστοσύνη στην χάρη και στην προστασία της.
Ήταν σαν να αναλάμβανε μια αποστολή από το χέρι της Παναγίας, ένιωθε πως βρισκόταν κάτω από την σκέπη της και η καρδιά της άρχισε να χτυπά με πίστη για τον Χριστό.
Σύντομα έγινε γνωστός σε όλους.
Όλοι τον είχαν προσέξει από τον καλό χαρακτήρα του, όλους ήθελε να τους ευχαριστήσει και το πέτυχε.
Και έτσι ο καιρός περνούσε.
Ο << Θοδωρής >> έβλεπε μια γυναίκα να τριγυρνά αμέριμνα και απρόσεχτα ανάμεσα στους στρατιώτες.
Δεν την πλησίασε ο << Θοδωρής >> από σύνεση. Τον πρόσεξε όμως εκείνη και των πλησίασε. Ο ίδιος θέλησε να της δώσει να καταλάβει ότι άδικα των προσέχει, όσο όμως περισσότερο αντιδρούσε τόσο πιο πολύ εκείνη η γυναίκα επέμενε.
Επρόκειτο για μια νέα γυναίκα όπου έπαιρνε τα ρούχα των στρατιωτών για να τα πλύνει και φαίνεται ότι σχετίσθηκε με έναν στρατιώτη η κάποιον αξιωματικό.
Και το κακό δεν άργησε να γίνει.
Ξέσπασε σκάνδαλο στο στρατόπεδο διότι πήγε η μάνα της κοπέλας στο διοικητήριο και κατήγγειλε ότι η κόρη της έπαθε κακό από έναν στρατιώτη και απαιτούσε η να την παντρευτεί η να καταδικαστεί παραδειγματικά, θα την έφερνε μάλιστα για να τον αναγνωρίσει.
Αυτό το περιστατικό συνέβη τότε ακριβώς που το μοναστήρι είχε αναγορεύσει επίσημα τον Θοδωρή καπετάνιο διοικητή. Σαν πρώτο καθήκον του νέου καπετάνιου διοικητή ήταν να αποκαταστήσει την τιμή της κοπέλας που είχε ατιμάσει κάποιος στρατιώτης και περίμενε παιδί.
Δεν άργησε καθόλου να καλέσει την κοπέλα με τον πατέρα της στο μοναστήρι και με την παρουσία των μοναχών ο καπετάν Θοδωρής είπε στην κοπέλα: θα πάμε τώρα όλοι μαζί στο στρατόπεδο, εγώ θα παρατάξω όλον τον στρατό και εσύ θα μου δείξεις τον ένοχο.
Εκτός και αν γνωρίζεις το όνομα του, θα τον καλέσω αμέσως εδώ και θα τελέσουμε τον γάμο σας.
Η κοπέλα είχε το σχέδιο της, χωρίς ντροπή και περήφανα κοίταξε τον καπετάνιο πρώτα και έπειτα τον ηγούμενο και είπε: δεν χρειάζεται να πάμε στο στρατόπεδο διότι ο ένοχος είναι εδώ.
Και με αυθάδεια γύρισε στον καπετάνιο και είπε: εσύ δεν με ξεγέλασες μια μέρα και δεν μου υποσχέθηκες ότι θα με παντρευτείς.
Όλοι έμειναν άφωνοι, πρόκειται για φοβερή συκοφαντία είπε ο Θοδωρής, η κοπέλα όμως επέμενε λέγοντας ότι πολλοί από τους αξιωματικούς θα μαρτυρήσουν για αυτά που λέω.
Το νέο διαδόθηκε σαν αστραπή και οι γνώμες είχαν διχαστεί.
Οι καλοί και τίμιοι στρατιώτες υποστήριζαν τον καπετάν Θοδωρή.
Ήταν και αυτοί που ζήλευαν τον λεβέντη Θοδωρή, και έλεγαν πως αυτός είναι ο ένοχος.
Ο ηγούμενος πήρε την απόφαση και δέχτηκε αυτή την κατηγορία.
Ο κανονισμός του στρατού προέβλεπε η να την παντρευτεί η αν αρνιόταν να περάσει από στρατοδικείο.
Ο καπετάν Θοδωρής βρέθηκε σε μεγάλο δίλημμα.
Θα μπορούσε να αποκαλύψει την ιδιότητα του, σκέφτονταν όμως πια θα ήταν η τύχη του πατέρα του και αφού δεν μπορούσε να δεχτεί τον γάμο έπρεπε να περάσει στρατοδικείο.
Εκείνη την εποχή η άρνηση ενός στρατιώτη να αποκαταστήσει την τιμή της κοπέλας που διέφθειρε σήμαινε καταδίκη σε θάνατο από το στρατοδικείο.
Θα θυσιαζόταν για να διαφυλάξει την αξιοπρέπεια της και για να σώσει τον πατέρα της, το σπίτι της και την τιμή της.
Άκουσε ήρεμα την απόφαση του δικαστηρίου και το μόνο που ζήτησε από τους δήμιους του ήταν να τον αφήσουν για λίγο να προσευχηθεί.
Ευχαρίστησε τον κύριο, για την δύναμη που της έδωσε και τελειώνοντας του ζήτησε: << ΚΑΝΕ, ΚΥΡΙΕ, ΣΤΟ ΜΝΗΜΑ ΜΟΥ ΝΑ ΦΥΤΡΩΣΟΥΝ ΔΕΝΤΡΑ ΠΟΥ ΝΑ ΜΑΡΤΥΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΝΟΤΗΤΑ ΜΟΥ. ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΜΟΥ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΝΑ ΤΑ ΠΟΤΙΖΕΙ. ΑΜΗΝ >>.
Αν το σκάνδαλο είχε συγκλονίσει το στρατόπεδο και το μοναστήρι, αν με την καταδίκη του καπετάν Θοδωρή χάρηκαν οι κακοί και οι φθονεροί, η αποκάλυψη της αλήθειας πως ήταν γυναίκα, συνεκλόνισε ολόκληρη την περιοχή και λυπήθηκαν και έκλαψαν και οι πέτρες ακόμα.
Η αποκάλυψη έγινε σε μια μεγάλη χαράδρα δέκα περίπου χιλιόμετρα από το μοναστήρι, όταν οι στρατιώτες έφεραν τον κατάδικο Θοδωρή και τον εξετέλεσαν.
Μετά την εκτέλεση, ίσως για να εισακουστεί και η προσευχή της Αγίας και για να δικαιωθεί στα μάτια των στρατιωτών και του κόσμου και στην συνείδηση του ηγουμένου, αλλά και διότι φορούσε στολή αξιωματικού, οι στρατιώτες του έβγαλαν τα ρούχα για να τα φέρουν στο στρατόπεδο.
Μπορεί κανείς να φανταστεί τι έγινε στις καρδιές αυτών των στρατιωτών, Που βρέθηκαν μπροστά σε ένα τέτοιο απίστευτο θέαμα.
Τρόμαξαν να συνέλθουν από την πρώτη τους έκπληξη.
Όταν συνήλθαν, σκέπασαν το Άγιο σώμα της και μετά γονάτισαν για να το προσκυνήσουν.
Ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκαν να αλλάξουν γνώμη από αυτήν σχημάτισαν εκείνη την στιγμή.
Αμέσως μετά έκαναν φτερά και πήγαν στο μοναστήρι, δεν έβρισκαν λόγια να πούνε στον ηγούμενο για την αποκάλυψη τους, Μέσα σε λίγες ώρες το νέο διαδόθηκε παντού.
Μια συγκίνηση συνεκλόνισε και το μοναστήρι και το στρατόπεδο και ολόκληρη την περιοχή. Κατασυντετριμμένος ο ηγούμενος κάλεσε σύναξη της αδελφότητας και τους ανακοίνωσε το νέο. Όταν συνήλθαν οι μοναχοί από το συγκλονιστικό αυτό νέο, αποφάσισαν να πάνε να την τιμήσουν σαν Αγία και σαν Μάρτυρα.
Είχε ανακηρυχτεί Αγία στις καρδιές όλων εκείνων που ήξεραν την ιστορία από τους ίδιους που είχαν ζήσει την αρετή της.
Σχημάτισαν πομπή στο μοναστήρι με τα εξαπτέρυγα και τον σταυρό, πήραν το ιερό ευαγγέλιο, ντύθηκαν οι ιερείς τα άμφια τους και ξεκίνησαν.
Ο ηγούμενος πήγαινε με τα γόνατα μπροστά και αμίλητος, τα μάτια του τρέχανε ποτάμι Γι’αυτό και η πομπή έκανε δύο ώρες να φτάσει.
Φτάνοντας ο ηγούμενος έπεσε στο χώμα και έκλεγε με λυγμούς, αργότερα σηκώθηκε στα γόνατα και με φόβο ξεσκέπασε την Αγία για να την δουν όλοι και να μην μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει, και προσευχήθηκε δυνατά με φωνή ραγισμένη.
Η μεταφορά του σκηνώματος της Αγίας στο μοναστήρι έγινε την ίδια μέρα του μαρτυρίου και της αποκαλύψεως.
Το βράδυ η μονή και ο περίβολος ήταν κατάμεστα από συγκινημένο κόσμο. Έγινε ολονύκτια ακολουθία με την θεία λειτουργία και τα ξημερώματα εψάλη η νεκρώσιμη ακολουθία.
Μετά το τέλος της ακολουθίας ο ηγούμενος κάλεσε την αδελφότητα για να αποφασίσουν για την ταφή της.
Όλοι με ένα στόμα αποφάσισαν να φτιάξουν ένα Απέριττο μνήμα στον τόπο του μαρτυρίου.
Επί πολλά χρόνια ήταν προσκύνημα της περιοχής.
Αυτό το μεγάλο προσκύνημα γέννησε και την ανάγκη να χτιστεί εκεί στο ίδιο μέρος, έπειτα από αρκετά χρόνια και η εκκλησία.
Βέβαιο είναι ακόμα, ότι κάτω από τον τάφο της Αγίας από την ταφή της και μετά, αναβλύζει και τρέχει πολύ νερό, όπως ζήτησε στην προσευχή της και το αίμα της έγινε νερό καθαρό και άγιο, όπως και με το κτίσμα της εκκλησίας, που φύτρωσαν γύρω του τα τεράστια αυτά δέντρα, που ζώσανε την εκκλησία για να την προστατέψουν από την φθορά.
Το εκκλησάκι πιθανόν να χτίστηκε τον 12ο αιώνα.
Στον ναό παρατηρούμε το θαύμα αυτό της φύσεως με τα δέντρα που το αγκαλιάζουν με τα κλαδιά τους, που οπωσδήποτε τροφοδοτούνται και αυτά με το νερό που υπάρχει και τρέχει και τροφοδοτεί τον ποταμό Χάραδρο πιο κάτω.
Τα δέντρα πάνω στην σκεπή της εκκλησίας είναι 17. δεν ξέρει κανείς μέχρι τώρα που είναι οι ρίζες τους ακριβώς.
Γίνεται φανερό ότι κάποιο χέρι θεϊκό έπλεξε και διατηρεί το σύμπλεγμα.
Εκεί σε αυτό τον τόπο του μαρτυρίου, κάθε χρόνο στις 11 Σεπτεμβρίου φτάνουν για να τιμήσουν την Αγία Θεοδώρα χιλιάδες προσκυνητές.
<< ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΦΥΣΕΩΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΥΠΕΡΙΔΟΥΣΑ, ΗΜΕΙΨΑΣ ΚΑΙ ΚΛΗΣΙΝ ΚΑΙ ΦΡΟΝΗΜΑ ΚΑΙ ΣΧΗΜΑ, ΩΣ ΤΕΤΡΩΜΕΝΗ ΤΩ ΑΓΙΩ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΕΡΩΤΙ, ΚΑΙ ΩΣ ΑΝΗΡ ΕΣΚΗΝΩΣΑΣ, ΕΝ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΜΟΝΑΣΤΩΝ, ΘΕΟΔΩΡΑ ΑΕΙΣΕΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΕΝ ΘΕΟΛΗΠΤΩ ΨΥΧΗ, ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΙΩ ΦΡΟΝΗΜΑΤΙ, ΑΝΔΡΙΚΕΣ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΗ ΚΑΙ ΠΥΚΡΕΥΟΥΣΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΟΥ ΣΚΟΤΟΥΣ, ΔΕΙΝΗΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑΣ ΤΗΝ ΕΦΟΔΟΝ ΥΠΕΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΝ ΓΑΛΗΝΗ ΚΑΡΔΙΑΣ, ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΤΕΛΕΙΑ, ΤΗΝ ΑΔΙΚΟ ΚΡΙΣΙΝ ΔΕΞΑΜΕΝΗ, ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΗ ΕΤΜΗΘΗΣ, ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΝ ΣΤΕΦΑΝΟΝ ΠΑΡΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΚΟΜΙΣΩ ΚΑΙ ΝΥΝ ΜΗ ΔΙΑΛΛΙΠΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑ ΗΜΙΝ ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΙΛΑΣΜΟΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ >>.
Στις 16 Μαΐου 2009 έκανα ένα ταξίδι για να επισκεφθώ τον ιερό ναό της Αγίας Θεοδώρας στην μεγαλόπολη.
Το θέαμα που αντίκρισα ήταν το κάτι άλλο, 17 δεντρά μεγάλου μεγέθους βρίσκονταν σε παράταξη πάνω από την σκεπή της εκκλησίας και στεκόντουσαν ατάραχα λες και ήταν οι φύλακες της.
Σε γενικές γραμμές ο ιερός ναός δεν είναι μεγάλος, είναι ένα μικρό πέτρινο εκκλησάκι που στο εσωτερικό του φυλάει την εικόνα της Αγίας Θεοδώρας και από κάτω του περνάει ένα όμορφο ποταμάκι.
Τα τοιχώματα του ναού είναι από πέτρα και δεν έχουν μεγάλο φάρδος, κάτι που μας δίνει να καταλάβουμε ότι αν υπήρχαν ρίζες από τα δέντρα λογικά θα τον είχαν γκρεμίσει και αν όχι θα έπρεπε να φαινόντουσαν.
Όσο και αν έψαξα τους τοίχους και εξωτερικά και εσωτερικά, δεν βρήκα σημάδια που να υποδηλώνουν ότι το κτίσμα είναι περιτριγυρισμένο από τις ρίζες των δέντρων.
Το ύψος των δέντρων φτάνει τα δέκα μέτρα, πάρα πολύ μεγάλο βάρος για ένα τόσο μικρό εκκλησάκι, τον χειμώνα ο αέρας είναι υπερβολικά δυνατός, θα έπρεπε λογικά να είχε ξηλώσει όλη την στέγη.
Η μόνη απάντηση πάνω σε αυτό το θέμα είναι: δεν υπάρχει απάντηση, διότι ο Θεός τα πάντα μπορεί να κάνει.
Εμείς είμαστε πολύ λίγοι για να καταλάβουμε την μεγαλοσύνη του.
Στην κάτω σελίδα θα δείτε την εξέταση που έκανε ο πολιτικός μηχανικός Ελευθέριος Μπεληγιάννης για το παράξενο φαινόμενο του ιερού ναού.
Η εξέταση είναι του 1986 και μας λέει ότι τα δέντρα έχουν ύψος 4 μέτρα, εγώ σας είπα 10 μέτρα περίπου διότι έχουν περάσει και 23 χρόνια.
Η φωτογραφία με την εξέταση, βρίσκετε ακριβώς απέναντι από το εκκλησάκι εκεί που ανάβει ο κόσμος τα κεριά.

Γεώργιος Λαμπής – Αγία Θεοδώρα, Μάιος 2009

ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ


ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ


ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑ